1
1
Το θέμα αυτό είναι πάντοτε επίκαιρο καθώς άμεσα και διαρκώς αφορά κυρίως όσους μόνιμα υπηρετούν στο Στράτευμα αλλά και όσους έχουν πιο σύντομη σχέση μ αυτό, κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Αφορά λοιπόν όλους τους στρατιωτικούς. Βέβαια στο παρόν άρθρο η παρουσίαση δε μπορεί να είναι αναλυτική αλλά θα παραπέμπει στους σχετικούς νόμους την αρχική μορφή των οποίων μπορείτε να βρείτε στη σελίδα του Εθνικού Τυπογραφείου και την ισχύουσα μπορείτε να αναζητήσετε σε τράπεζες νομικών πληροφοριών ή στο γραφείο μας. Ωστόσο ενδιαφέροντα ζητήματα θα σχολιασθούν παρακάτω.
Καταρχάς να αναφέρουμε ότι αποστολή του Στρατού δηλ. των Ένοπλων Δυνάμεων της Χώρας (και αυτές είναι ο Στρατός ξηράς, το Πολεμικό Ναυτικό και η Πολεμική Αεροπορία βλ. αρθ.1 Ν.3883/2010) είναι να εξασφαλίσει την άμυνα της Χώρας, να υπερασπίσει την Εθνική ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας. Έτσι ορίζει στο πρώτο του άρθρο ο Γενικός Κανονισμός Υπηρεσίας στον Στρατό (εξής: Στρ. Καν.) και είναι σ’ αυτό το άρθρο κυρίως, ισχύον ως έχει από τη θέσπιση του Κανονισμού με το Π.Δ.130/1984, αλλά και στο δεύτερο άρθρο του Συντάγματος μας( το οποίο, εκτός άλλων, ορίζει ότι η Ελλάδα επιδιώκει την εμπέδωση της ειρήνης και την ανάπτυξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ κρατών και λαών), όπου στηρίζεται νομικά η κριτική που ασκείται σε ενέργειες του Στρατού, ( όπως η συμμετοχή του σε διεθνείς αποστολές του ΝΑΤΟ π.χ. στην τέως Γιουγκοσλαβία) ή προθέσεις δράσης του ( όπως η καταστολή εσωτερικών εχθρών), ως εκτός αποστολής του. Για το παρόν γράφημα πάντως η αμυντική και απέναντι σε εξωτερικούς εχθρούς αποστολή του Στρατού που συνάγεται από τις παραπάνω διατάξεις είναι χρήσιμη για την ερμηνεία των κατ ιδίαν διατάξεων που προβλέπουν την οργάνωση του και τον τρόπο υπηρεσίας σ αυτόν. Να σημειώσουμε ήδη ότι η Πολεμική Αεροπορία διέπεται από ιδιαίτερο κανονισμό που θεσπίσθηκε με το Π.Δ.60/2009, αντίστοιχο στον Στρ. Καν. και με όμοιες αν όχι πανομοιότυπες ρυθμίσεις.
2
Αρχηγός των Ενόπλων δυνάμεων της χώρας είναι ο ρυθμιστής του Πολιτεύματος μας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το αρθ.45 του ισχύοντος Συντάγματός μας. Εκτός όμως από τη ρύθμιση της Δημοκρατίας μας, της ανώτατης αυτής πολιτειακής εξουσίας που πραγματικά κατέχει ο Πρόεδρος της , οι λοιπές εξουσίες που του παρέχονται έχουν πρωτίστως συμβολικό χαρακτήρα, ανάμεσα σ’ αυτές και η διοίκηση του Ελληνικού Στρατού που κατά το ίδιο άρθρο του Συντάγματος μας ασκεί η Κυβέρνηση. Αυτή καθορίζει την Πολιτική Εθνικής Άμυνας της χώρας την οποία υλοποιεί ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας (ΥΕΘΑ) με κύριο σύμβουλό του τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ, βλ. αρθ. 6 ΠΔ 130/84¨Κύρωση του γενικού κανονισμού υπηρεσίας στο Στρατό¨, αλλά και αρθ. 1 Ν.2292/1995 που αφορά κυρίως την οργάνωση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας όπου ορίζεται ότι η ευθύνη για την άμυνα της Χώρας ανήκει στην κυβέρνηση, η οποία καθορίζει την Πολιτική Εθνικής Άμυνας και ασκεί την διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων δια του Υπουργού Εθνικής Άμυνας ο οποίος μάλιστα είναι ο υπεύθυνος για την άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου στις Ένοπλες Δυνάμεις από τη Βουλή).
Αφού προσδιορίσαμε την ανώτατη Αρχή διοίκησης του Ελληνικού Στρατού αναφέρουμε ότι είναι οργανωμένος σε ανεξάρτητες Υπομονάδες, Μονάδες, Συγκροτήματα και Σχηματισμούς (αρθ. 5 ΣΤΡ. Καν. ως ισχύει), Αρχές με διοικητική αυτοτέλεια. Επειδή δε η βασική αποστολή του Στρατού στα πλαίσια που αμέσως παραπάνω υπό 1 προσδιορίσαμε είναι η διεξαγωγή μάχης, η τελευταία αποτελεί κριτήριο διαφοροποίησης των παραπάνω Αρχών-στοιχείων του. Όπλα καλούνται τα στοιχεία του Στρατού που άμεσα εμπλέκονται στη διεξαγωγή της μάχης και αυτά είναι το Πεζικό, το Ιππικό- Τεθωρακισμένα, το Πυροβολικό, το Μηχανικό, Διαβιβάσεις και Αεροπορία Στρατού. Ενώ Σώματα καλούνται τα στοιχεία του Στρατού των οποίων αποστολή είναι να παρέχουν υποστήριξη, υλική ή μη, για την απρόσκοπτη λειτουργία των όπλων και αυτά είναι το Τεχνικό, το Σώμα Εφοδιασμού και Μεταφορών, Υλικού Πολέμου, Υγειονομικό, Οικονομικό κ.α.(βλ. αρθ. 4 Στρ. Καν. ως ισχύει μετά την τροποπ. από Π.Δ.334/2002).Η Μονάδα είναι καταρχήν το κατώτερο κλιμάκιο στρατιωτικής οργάνωσης όπλου ή σώματος με διοικητική αυτοτέλεια και καλείται και με ειδικότερες ονομασίες με βάση το όπλο ή σώμα που υπηρετεί. Έτσι για παράδειγμα η μονάδα πεζικού λέγεται Τάγμα ενώ στα τεθωρακισμένα λέγεται Επιλαρχία. Και αυτή αποτελείται από επιμέρους στοιχεία, τις Υπομονάδες των οποίων η ειδικότερη ονομασία επίσης διαφοροποιείται με βάση το όπλο ή το σώμα. Έτσι στο πεζικό το Τάγμα αποτελείται- διαιρείται σε Λόχους και στα τεθωρακισμένα η Επιλαρχία σε Ίλες. Τέλος το Συγκρότημα είναι σύνολο Μονάδων του ίδιου όπλου ή σώματος (π.χ. το Σύνταγμα) ενώ ο Σχηματισμός σύνολο στοιχείων διαφόρων όπλων και σωμάτων. Υπάρχουν τέσσερις βαθμίδες Σχηματισμών η Ταξιαρχία, η Μεραρχία, το Σώμα Στρατού και η Στρατιά.
3.1
Και μόνο από την από την παραπάνω παρουσίαση συνάγεται και πρέπει εμφατικά να σχολιασθεί ότι η δομή του Στρατού είναι ιεραρχική. Η ιεραρχία βέβαια είναι ένας τρόπος οργάνωσης που μπορεί να συνοδεύει κάθε σύνολο ανθρώπων που επιδιώκει έναν σκοπό, που έχει μια αποστολή, αλλά εδώ καθίσταται πρωταρχικό στοιχείο επίτευξης της αποστολής αυτής, όπου η επιβολή της βούλησης του ιεραρχικά ανωτέρου για πράξη η παράλειψη του κατωτέρου πρέπει σε δεδομένη στιγμή να υπερκεράσει ένστικτα της ανθρώπινης φύσης, σύμφυτα με την ύπαρξή της.
Δύο είναι οι λέξεις που πρέπει να συνοδεύσουν την ιεραρχία αυτή και να την καταστήσουν ειδική απέναντι σε κάθε άλλη. Ο φόβος και η πειθαρχεία.
3.2
Στο δίκαιο που αφορά το Στράτο ως φόβος πρέπει να οριστεί η ψυχική κατάσταση που πηγάζει από το ένστικτο της επιβίωσης, κοινό σε κάθε έμβιο ον. Με αυτή την έννοια στα στρατιωτικά εγκλήματα ο φόβος δεν επηρεάζει τον καταλογισμό δηλαδή την εσωτερική διάθεση, πιο απλά τη θέληση ή αποδοχή του δράστη να διαπράξει ένα έγκλημα, (αρθ..4 Στρ. Ποιν. κώδικα) παρότι στα κοινά εγκλήματα μπορεί να οδηγήσει σε ολική ή μερική άρση του καταλογισμού και έτσι ο δράστης να απαλλαγεί ή η ποινική του ευθύνη να μειωθεί.
Η στρατιωτική ιεραρχία λοιπόν χρησιμοποιώντας τον μηχανισμό της στρατιωτικής πειθαρχίας καθιστά την αποστολή του Στρατού εφικτή τιθασεύοντας τον ανθρώπινο φόβο. Η τελευταία παρατήρηση, πέρα από ότι αιτιολογεί την απολυτότητα της πειθαρχίας αυτής προσδιορίζει τη φύση της και βοηθά στην ερμηνεία των σχετικών διατάξεων που την προβλέπουν (αρθ.10 – 12 Στρ. Καν. ιδίως ). H πειθαρχία ως μέσο επίτευξης της αποστολής του Στρατού είναι ισόβαθμο με την ιεραρχία, δηλαδή κατέχει την πρώτη θέση στα μέσα αυτά. Γι αυτό αναγορεύεται ως η βασική στρατιωτική αρετή και πρωταρχική, κύρια δύναμη συνοχής (αρθ.2 Στρ. Καν. σε συνδ. με αρθ.10 αυτού). Η πειθαρχία στον Στρατό είναι απόλυτη και σημαίνει υπακοή στους ανωτέρους και εκτέλεση χωρίς αντιλογία όλων των διαταγών τους ακόμη και των παράνομων( και ως διοικητικές πράξεις οι διαταγές μπορεί να είναι κατ’ ουσίαν παράνομες πχ λήστεψε τον Χ ή προερχόμενες από αναρμόδιο ή εκδιδόμενες κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας ή ακόμη και με κατάχρηση εξουσίας, βλ. αντί πολλών Εγχ.Διοικ.Δικαίου Σπηλιωτόπουλου Επαν. εκδ.1991, τομ.ΙΙ, σελ.467 επ.) με μια μόνο εξαίρεση ήτοι την διαταγή που αποβλέπει φανερά στην κατάλυση του Συντάγματος (εκτέλεση πραξικοπήματος). Την τελευταία διαταγή ο στρατιωτικός έχει καθήκον να μην εκτελέσει και να αναφέρει χωρίς καθυστέρηση σε οποιονδήποτε προϊστάμενο του διατάξαντος. Αυτά προβλέποντας ο Στρ. Καν ( αρθ. 11 παρ. 11 σε συνδ. με αρθ. 77 παρ. 1 που αφορά τα παράπονα ) συμβαδίζει με το Σύνταγμα( βλ. ιδίως ακροτελεύτια διάταξη: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία»).
Η έννομη τάξη βεβαίως και η συνεπεία αυτής αρχή της νομιμότητας, που διέπει τη δράση της δημόσιας διοίκησης δεν μπορεί να ανεχτεί την παρανομία ακόμη και μετά την εκτέλεση της . Γι’ αυτό ο Στρ. Καν. επιτρέπει την υποβολή ατομικών παραπόνων και τέτοια μπορεί να υποβληθούν και για παράνομη διαταγή (δηλ. μόνο αν η παρανομία της διαταγής όπως παραπάνω εντός παρενθέσεως περιγράφεται αφορά και ή μόνο τον παραπονούμενο και όχι άλλον), μετά την εκτέλεση της( αρθ.77 παρ. 1 Στρατ. Καν). Να σημειωθεί πάντως ότι η πρόβλεψη του Στρ. Καν. στο αρθ.77 παρ.3 ότι απαγορεύεται η υποβολή παραπόνων από περισσότερους στρατιωτικούς ομαδικά αντίκειται ευθέως στο αρθ. 10 του Συντάγματος το οποίο ναι μεν με τη διατύπωση του (« Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρεται εγγράφως στις αρχές….΄») προβλέπει επιφύλαξη για την ρύθμιση της ασκήσεως του δικαιώματος αναφοράς υπέρ του κοινού νομοθέτη (εδώ του νομοθέτη του Στρ. Καν.) όχι όμως σε σχέση με τον αριθμό των παραπονούμενων.(πρβ. Ατομικά και Κοινωνικά δικαιώματα, Κώστα Χρυσόγονου εκδ. 2002 σελ.388) και κατά συνέπεια μπορούν και περισσότεροι στρατιωτικοί μαζί να υποβάλλουν παράπονα για παράνομη διαταγή αφού την εκτελέσουν. Η απόλυτη έννοια της πειθαρχίας δεν μπορεί, ούτε εξάλλου υπάρχει αποχρών λόγος σε σχέση με την αποστολή του Στρατού αφού πάντως η διαταγή εκτελείται, να δικαιολογήσει απόκλιση από το γράμμα του Συντάγματος.
3.3
Καθένας που υπηρετεί στον Ελληνικό Στρατό, κάθε φυσικό πρόσωπο που τον απαρτίζει πλην του ΥΕΘΑ και του Προέδρου της Δημοκρατίας έχει τουλάχιστον έναν ανώτερο. Τούς ανώτερους αυτούς υπακούει σε όλη τη διάρκεια της θητείας του, ακόμη και εκτός υπηρεσίας, ανεξάρτητα αν η θητεία αυτή υπηρετείται εξαιτίας μίας έμμισθης επαγγελματικής σχέσης ή στα πλαίσια της προβλεπόμενης για κάθε άρρεν Έλληνα πολίτη, άμισθη κατά βάση, από το αρθ. 4 του Συντάγματος μας, υποχρέωση. Τους ανώτερους αυτούς υπακούει πειθαρχώντας όπως παραπάνω υπό 3.3.2. προσδιορίσαμε .
Η σχέση ανώτερου και κατώτερου προκύπτει καταρχήν από την βαθμολογική ιεραρχία του Στρατού που περιγράφεται στο πρώτο άρθρο του Ν.3883/10 (που αφορά την υπηρεσιακή εξέλιξη και ιεραρχία των στελεχών των Εν. Δυνάμεων) σε συνδ. με το αρθ.7 του Στρ. Καν. Οι βασικές διαβαθμίσεις είναι τέσσερις (Αξιωματικοί, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικοί και Στρατιώτες) ενώ η ειδικότερη ονομασία των βαθμών διαφοροποιείται ανάλογα με το αν αφορούν τον Στράτο Ξηράς (ΣΞ), το Πολεμικό Ναυτικό (ΠΝ) ή την Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ). Έτσι π.χ. ο βαθμός του Ανθυπολοχαγού του Σ Ξ αντιστοιχεί στο βαθμό του Σημαιοφόρου στο ΠΝ και του Ανθυποσμηναγού στην ΠΑ. Δε θα επαναλάβουμε εδώ τον πίνακα βαθμών των αξιωματικών που περιέχεται στο παραπάνω άρθρο, αμετάβλητο έως σήμερα από τη θέση σε ισχύ του Ν.3883/10. Θα επισημάνουμε όμως ότι η αποστολή του Στρατού απαιτώντας συνεχόμενη διοίκηση χωρίς αντιλογία επιβάλλει και συνεχόμενη ιεραρχία. Έτσι εκτός της ιεραρχίας των καθηκόντων, για την οποία γίνεται λόγος στην αμέσως επόμενη παράγραφο, ο κανόνας του αρχαιότερου έρχεται να συμπληρώσει την ιεραρχική διαβάθμιση και καταρχήν ορίζει ότι μεταξύ ομοιόβαθμων στρατιωτικών που εμπλέκονται στην ίδια υπηρεσία ανώτερος ιεραρχικά είναι ο παλαιότερος ( αρθ. 8 Στρ. Καν.).
Εκτός από την ιεραρχία των βαθμών η οργάνωση του Στρατού στηρίζεται και στην ιεραρχία των καθηκόντων. Ο Στρ. Καν. ορίζει την τελευταία ως τη κλίμακα στη διοίκηση και παραθέτει τη κλίμακα αυτή στο αρθ.7, ισχύον ως έχει από τη θέσπιση του. Κάθε ομάδα ή στοιχείο ανήκει, υπάγεται, αποτελεί μέρος μιας Διμοιρίας ή Ουλαμού, κάθε Διμοιρία ή Ουλαμός μιας Υπομονάδας, κάθε Υπομονάδα μιας Μονάδας και η κλίμακα συνεχίζεται προς τα άνω με το Συγκρότημα, Ταξιαρχία, Μεραρχία, Σώμα στρατού, Στρατιά, Γενικό Επιτελείο, YΕΘΑ. Ανάλογα με τη θέση τους στην ιεραρχία των καθηκόντων οι στρατιωτικοί έχουν ο ένας σε σχέση με τον άλλο, την ιδιότητα του Διοικητή (Προϊστάμενου) και υφιστάμενου. Με τα παραπάνω, προβλεπόμενα στα πρώτα άρθρα του Στρ. Καν., επιτυγχάνεται η συνεχόμενη διοίκηση, η ύπαρξη δηλαδή και αναγνώριση ανώτερου από κάθε στρατιωτικό σε οποιαδήποτε στιγμή, στον οποίο ανώτερο οφείλει κατά νόμο να υπακούει. Αυτό συμβαίνει ακόμη και αν ανώτερος και κατώτερος δεν συνδέονται υπηρεσιακά (δηλ. π.χ. ο τελευταίος δεν υπηρετεί στην μονάδα του ανώτερου)ή και αν βρίσκονται εκτός υπηρεσίας. Βέβαια προβλέπεται (αρθ.10 παρ.7 Στρ. Καν.) ότι ο ανώτερος δεν μπορεί να δίνει διαταγές σε κατώτερο που δεν υπάγεται στην δικαιοδοσία του, εκτός εάν έχουν σχέση με την εφαρμογή των γενικών κανόνων πειθαρχίας. Ακόμη όμως και αν συμβεί κάτι τέτοιο η διαταγή εκτελείται και τα παραπόνα του υφιστάμενου έπονται (αρθ. 77 Στρ. Καν.) όπως και παραπάνω υπό 3.2. εκτίθεται.
3.4
Παραπάνω υπό 3.3 εκτέθηκε ο συνδετικός κρίκος της οργάνωσης του Στρατού ώστε να είναι αποτελεσματική, δηλ. η ειδική πειθαρχεία και ιεραρχία (στρατιωτική) και κατά συνέπεια δόθηκαν και οι βασικές αρχές του τρόπου υπηρεσίας σ’ αυτόν, αφού τα φυσικά πρόσωπα που τον απαρτίζουν είναι αυτά που κατά νόμο υλοποιούν τις αρχές οργάνωσης του.
Πράγματι η αρχή της πειθαρχίας επιβάλλει σειρά υποχρεώσεων συμπεριφοράς στον Στρατιωτικό και στην ανάγκη τήρησης της θεμελιώνονται «τυπικά» της τελευταίας που δείχνουν σεβασμό στον ανώτερο και στην Αποστολή του Στρατού. Αυτά περιγράφονται μεταξύ των άρθρων 10 και 28 του Στρ. Καν., ισχύοντα ως έχουν από τη θέσπιση του. Τις λοιπές συνιστώσες του τρόπου υπηρεσίας στον Στρατό δηλαδή τον καθορισμό του τόπου υπηρεσίας σ’ αυτόν ( κανόνες τοποθέτησης, μετάθεσης απόσπασης, μετακίνησης στρατιωτικού, βλ. ιδίως αρθ.5 έως 8 Ν.3883/2010 ως ισχύουν, αρθ.51 έως 58 Στρ. Καν.), τις άδειες απουσίας του προσωπικού του (βλ. ιδίως αρθ.,29 έως 49 Στρ. Καν. ως ισχύουν, Πάγια Διαταγή 4-33/2011 Γεν. Επιτελείου Εθν. Άμυνας.),τους κανόνες υπηρεσιακής εξέλιξης όσων μόνιμα σταδιοδρομούν σ’ αυτόν (βλ. ιδίως αρθ.9 έως 39 Ν.3883/2010 ως ισχύει),τον πειθαρχικό έλεγχο ή άλλως τους κανόνες των αμοιβών, ποινών και παραπόνων όσων υπηρετούν σ’ αυτόν (βλ. ιδίως αρθ.59 επ. Στρ. Καν., αρθ.40 έως 53 Ν. 3883/2010) θα εκθέσουμε σε επόμενα άρθρα μας.
Θα τελειώσουμε το παρόν παρουσιάζοντας μια βασική διάκριση των Στρατιωτικών, των φυσικών προσώπων που απαρτίζουν το Στρατό, βασική σε μια χώρα όπου η στρατιωτική θητεία είναι υποχρεωτική ( βλ. σχετ. υπό 1). Καταρχήν λοιπόν υπάρχουν δύο ειδών στρατιωτικοί, αυτοί που υπηρετούν εκπληρώνοντας αποκλειστικά την συνταγματική τους υποχρέωση (αρθ.4 παρ.6 Σύνταγμα) ή όπως ορίζει ο Στρ. Καν. όσοι υπηρετούν την θητεία τους και όσοι επιστρατεύονται και καλούνται Στρατευμένοι στρατιωτικοί και αυτοί που υπηρετούν όχι αποκλειστικά λόγω της συνταγματικής τους υποχρέωσης αλλά και επειδή σταδιοδρομούν επαγγελματικά στο Στρατό (Μόνιμοι στρατιωτικοί) ή ανέλαβαν την υποχρέωση να υπηρετήσουν σ’ αυτόν για ορισμένο χρόνο(Εθελοντές Στρατιωτικοί). Τις τρείς αυτές κατηγορίες προβλέπει ο Στρ. Καν. στο αρθ.4 με κριτήριο -όπως ατυχώς αναφέρει- τον τρόπο εισόδου των Στρατιωτικών στον Στρατό. Η τελευταία κατηγορία των Εθελοντών δημιουργήθηκε κυρίως εξαιτίας της ανάγκης του Στρατού για προσωπικό ή για ειδικευμένο προσωπικό , οπότε με ειδικούς νόμους προβλέφθηκε η υπηρεσία τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ΕΜΘ (Εθελοντές Μακράς Θητείας) των νόμων 1848/1989 και1513/1985 (βλ. αρθ.1 περ.ια. Ν.3883/2010).
Το άρθρο αυτό γράφηκε από το Δικηγόρο Θεσσαλονίκης Σωτηριάδη Σωτήριο τον Φεβρουάριο του 2018 και είναι ενημερωμένο από άποψη νομοθεσίας μέχρι και την ημερομηνία που αναφέρεται στην αρχή του παρόντος ιστότοπου.