1
1
Κατόπιν της παραπάνω εισαγωγής στο σχετικό με τα στρατολογικά-στρατιωτικά αντικείμενο εξειδίκευσης μας θα παρουσιάσουμε μερικά ζητήματα του που χαίρουν επικαιρότητας ή τουλάχιστον απασχολούν μεγάλο αριθμό στρατεύσιμων και ένα από αυτά είναι το πρόσφατο πρόστιμο των 6000 ευρώ για τους ανυπότακτους.
Πράγματι με τροποποίηση του νόμου για την στρατολογία των Ελλήνων (Ν.3421/05) δόθηκε η δυνατότητα στους Υπουργούς εθνικής άμυνας και οικονομικών να θεσπίζουν με κοινή απόφαση τους επιβολή προστίμων για την περίπτωση μη συμμόρφωσης στην υποχρέωση για στράτευση δηλαδή για τους ανυπότακτους και τους λιποτάκτες. Πλέον επίκαιρη η περίπτωση των ανυπότακτων. Με την Φ.429.1/17/281810/Σ.394/04 Μαρ 2011/ΚΥΑ απόφαση τους(την οποία μπορείτε να δείτε δημοσιευμένη στο site της ΕτΚ, ΦΕΚ Β’ 517/05.04.2011) οι ως άνω υπουργοί όρισαν πρόστιμο 6000 ευρώ για τους ανυπότακτους. Το κείμενο της απόφασης έχει επί λέξη ως εξής:
Το χρηματικό πρόστιμο, που επιβάλλεται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 5 του άρθρου 51 και της παραγράφου 3 του άρθρου 52 του ν. 3421/2005 (ΦΕΚ Α΄ 302) σε ανυπότακτους και λιποτάκτες αντίστοιχα, καθορίζεται ως εξής: α. Στους ανυπότακτους σε έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ. β. Στους έφεδρους ανυπότακτους σε χίλια (1.000) ευρώ. γ. Στους λιποτάκτες σε χίλια (1.000) ευρώ για κάθε μήνα λιποταξίας και μέχρι έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ. Εφόσον η λιποταξία διήρκησε λιγότερο από μήνα, ο ενδιαφερόμενος καταβάλλει το χρηματικό ποσό, το οποίο προκύπτει από τη διαίρεση του χρηματικού ποσού, που προβλέπεται για κάθε μήνα, με τον αριθμό τριάντα (30). Το ποσό που προκύπτει πολλαπλασιάζεται επί τον αριθμό των ημερών λιποταξίας.
Τα παραπάνω χρηματικά ποσά αποτελούν έσοδα του Δημοσίου, περιέρχονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό και αποδίδονται στον ΚΑΕ 3739. 2. Η επιβολή του χρηματικού προστίμου επέρχεται στους ανυπότακτους και στους λιποτάκτες, την επόμενη της ημερομηνίας που υποχρεούνται για κατάταξη ή την ημερομηνία διακοπής της λιποταξίας τους, αντίστοιχα. 3. Το χρηματικό πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Διευθυντή του αρμόδιου Στρατολογικού Γραφείου. Παράλληλα, συντάσσεται και αποστέλλεται, μαζί με την απόφαση, χρηματικός κατάλογος στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ), προκειμένου να βεβαιωθεί και να εισπραχθεί από αυτήν το ποσό, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Η ανωτέρω απόφαση κοινοποιείται στον ανυπότακτο ή στο λιποτάκτη και αντίγραφο αυτής καθώς και του χρηματικού καταλόγου τηρείται στο αρχείο του Στρατολογικού Γραφείου. 4. Αρμόδια ΔΟΥ για τη βεβαίωση και είσπραξη είναι αυτή της φορολογίας του υπόχρεου και σε περίπτωση που η διεύθυνση κατοικίας δεν είναι γνωστή, η ΔΟΥ της έδρας του Στρατολογικού Γραφείου. 5. Στην απόφαση αναγράφονται υποχρεωτικά: α. Τα ληξιαρχικά στοιχεία (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, μητρώνυμο, δήμος ή κοινότητα εγγραφής στο Μητρώο αρρένων, αύξων αριθμός εγγραφής στο Μητρώο αρρένων και ακριβής ημερομηνία γέννησης) και ο στρατιωτικός αριθμός του υπόχρεου σε καταβολή. β. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ). γ. Η αιτία και η νομική βάση, σύμφωνα με την οποία γίνεται η καταβολή. δ. Το χρηματικό ποσό του προστίμου. ε. Ο ΚΑΕ προϋπολογισμού, υπέρ του οποίου καταβάλλεται το χρηματικό ποσό. στ. Η ημερομηνία έκδοσης, σφραγίδες και υπογραφές των αρμόδιων οργάνων του Στρατολογικού Γραφείου. 6. Για τους ανυπότακτους, που δεν έχουν καταβάλει το χρηματικό πρόστιμο, τακτοποιούνται όμως για την ανυποταξία τους με οποιοδήποτε τρόπο, το Στρατολογικό Γραφείο, που εξέδωσε την ανωτέρω απόφαση, εκδίδει ακυρωτική απόφαση για μη καταβολή του χρηματικού προστίμου, αντίγραφο της οποίας τηρείται στο αρχείο του Στρατολογικού Γραφείου. Στην ακυρωτική απόφαση θα πρέπει να αναγράφονται τα παρακάτω: α. Τα ληξιαρχικά στοιχεία (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Μητρώνυμο, δήμος ή κοινότητα εγγραφής στο Μητρώο αρρένων, αύξων αριθμός εγγραφής στο Μητρώο αρρένων και ακριβής ημερομηνία γέννησης) και ο στρατιωτικός αριθμός. β. Η απόφαση του Στρατολογικού Γραφείου επιβολής του χρηματικού προστίμου, η οποία ακυρώνεται. γ. Η αιτία και η νομική βάση, σύμφωνα με την οποία ακυρώνεται το χρηματικό πρόστιμο. δ. Η ημερομηνία έκδοσης, σφραγίδες και υπογραφές των αρμόδιων οργάνων του Στρατολογικού Γραφείου.
Εφόσον διαπιστωθεί, ότι χρηματικά ποσά, που προβλέπονται από το άρθρο 1 της απόφασης αυτής, καταβλήθηκαν αχρεωστήτως, ακολουθείται η διαδικασία επιστροφής τους ως αχρεωστήτως καταβληθέντων. 2. Η επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού, επέρχεται με απόφαση του Διευθυντή του αρμόδιου Στρατολογικού Γραφείου, που κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο. 3. Στην απόφαση θα πρέπει να αναγράφονται τα παρακάτω: α. Τα ληξιαρχικά στοιχεία (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, Μητρώνυμο, δήμος ή κοινότητα εγγραφής στο Μητρώο αρρένων, αύξων αριθμός εγγραφής στο Μητρώο αρρένων και ακριβής ημερομηνία γέννησης) και ο στρατιωτικός αριθμός. β. Η απόφαση του Στρατολογικού Γραφείου επιβολής του χρηματικού προστίμου, η οποία ακυρώνεται. γ. Το χρηματικό ποσό που καταβλήθηκε αχρεωστήτως. δ. Η αιτία και η νομική βάση, από την οποία προκύπτει ότι το χρηματικό πρόστιμο καταβλήθηκε αχρεωστήτως. ε. Η ημερομηνία έκδοσης, σφραγίδες και υπογραφές των αρμόδιων οργάνων του Στρατολογικού Γραφείου. στ. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ). 4. Στη συνέχεια συντάσσεται Ατομικό Φύλλο Έκπτωσης (ΑΦΕΚ) σε τέσσερα (4) αντίτυπα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 98 και 99 του ΠΔ 16/1989 (ΦΕΚ Α΄ 6). Η απόφαση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου μαζί με τα τρία (3) εκ των τεσσάρων (4) αντιτύπων ΑΦΕΚ, αποστέλλονται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) στην οποία είχε βεβαιωθεί το χρηματικό πρόστιμο για εκτέλεση. 5. Αντίγραφο της απόφασης καθώς και το ένα (1) Ατομικό Φύλλο Έκπτωσης τηρούνται στο αρχείο του Στρατολογικού Γραφείου.
Διοικητικές και ερμηνευτικές οδηγίες για την εφαρμογή της απόφασης αυτής εκδίδονται, εφόσον απαιτηθεί, από τη Διεύθυνση Στρατολογικού − Στρατιωτικών Νομικών Συμβούλων του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας.
Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η απόφαση αυτή να δημοσιευτεί
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Αθήνα, 4 Μαρτίου 2011 ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ»
2.1
Η επιβολή του προστίμου ίσως θα μπορούσε να δικαιολογηθεί στην «εν τοις πράγμασι» ατόνηση των λοιπών μη οικονομικών κυρώσεων που προβλέπονται για τους ανυπότακτους (π.χ. η πλέον δεδομένη δυνατότητα εξόδου από τη χώρα εντός εδάφους χωρών Σέγκεν χωρίς διαβατήριο) και έτσι να ενταχθεί σε μια πολιτική καταπολέμησης του φαινομένου της ανυποταξίας. Η θεώρηση όμως αυτή εισάγει έμμεσα διάκριση υπέρ των οικονομικά ισχυρότερων που μπορούν να το καταβάλουν και να παραμείνουν εκτός στρατεύματος για κάποιο καιρό χωρίς άλλες επιβαρυντικές συνέπειες (π.χ. άσκηση ποινικής δίωξης για χρέη στο δημόσιο το όριο για την οποία ήταν 5000 ευρώ μέχρι πρότινος, στέρηση φορολογικής ενημερότητας), και πάντως σε κάθε περίπτωση φέρνει άδικα σε εξαιρετικά δύσκολη θέση αυτούς τους νέους που δεν μπορούν να καταταγούν πολλές φορές από δικαιολογημένη σύμφωνα με τις περιστάσεις της ζωής τους αλλά και κοινωνικά ανεκτή αιτία, χωρίς ταυτόχρονα να μπορούν να υπαχθούν στις θεσμοθετημένες περιπτώσεις μη κατάταξης(αναβολή, απαλλαγή στράτευσης) ή εκ των υστέρων διοικητικής αμφισβήτησης του προστίμου. Έτσι, είναι ασύμβατη ή πάντως άστοχη με τους πλέον μετριοπαθείς χαρακτηρισμούς σε σχέση με την αρχή της ισότητας του Συντάγματος (αρθ.4) που ειδικά στο πεδίο της στράτευσης οφείλει να είναι απαρέγκλιτη (πρβ. τη θέση για την υποχρέωση στράτευσης στο ίδιο αρθ.4 παρ.6 Συντ: «Κάθε Έλληνας που μπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της Πατρίδας, σύμφωνα με τους ορισμούς των νόμων», βλ και στο υπό 4 άρθρο μας σχόλια για την εφαρμογή της ισότητας στην υποχρέωση στράτευσης).Όλα τα παραπάνω γίνονται ιδίως αντιληπτά αν συγκρίνουμε το πρόστιμο των 6000 Ευρώ με την προγενέστερη κύρωση για τους ανυπότακτους (αρθ.51 παρ.5 Ν.3421/05 όπως ίσχυε) που ήταν εξάμηνη πρόσθετη στρατιωτική υποχρέωση, κύρωση που μπορούσε να υποστεί-εκπληρώσει κάθε στρατεύσιμος ανεξάρτητη από την οικονομική του θέση, όμοια με τη φύση της αρχικής υποχρέωσης στράτευσης και άρα εναρμονισμένη με την αρχή της ισότητας, την οποία ωστόσο πρόσθετη υποχρέωση αν είχε την οικονομική δυνατότητα ο στρατεύσιμος μπορούσε να την εξαγοράσει, και η οποία , τέλος, σε αντίθεση με το πρόστιμο, αποσβένητο σε κάθε περίπτωση με τη συμπλήρωση του 45ου έτους της ηλικίας. Η επιβολή του προστίμου αυτού λοιπόν βρίσκει την αληθινή της αιτία σε εισπρακτικούς λόγους του κράτους σε μία δυσχερή δημοσιονομικά περίοδο και όχι στην άσκηση μιας ορθής πολιτικής για την καταπολέμηση του φαινομένου της ανυποταξίας που, ως φαινόμενο, θίγει πράγματι την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας ανάμεσα στους Έλληνες.Την κριτική αυτή ίσως αναλογίστηκε ο νομοθέτης και με πολύ πρόσφατη τροποποίηση του βασικού στρατολογικού μας νόμου όρισε πλέον στο άρθρο 51 του ν. 3421/05 ότι το χρηματικό αυτό πρόστιμο έχει προσωποπαγή χαρακτήρα, κατά συνέπεια, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα φορολογικά βάρη δεν κληρονομείται.
Σύμφωνα με την ως άνω απόφαση το πρόστιμο των 6000 ευρώ επιβάλλεται με απόφαση του Δντη του αρμόδιου στρατολογικού γραφείου δηλ. αυτού στο οποίο υπάγεται ο ανυπότακτος με βάση καταρχήν τα μητρώα αρρένων στα οποία είναι γραμμένος. Το πρόστιμο επιβάλλεται την επομένη της ημέρας που υποχρεούται να καταταγεί ο ανυπότακτος (με βάση την γενική ή ειδική πρόσκληση που του απευθύνεται) ή της τελευταίας, αν υπάρχει προθεσμία κατάταξης (βλ αρθ. 51 Ν.3421/05 σε συνδ. με την ως άνω απόφαση).
Το πρόστιμο ωστόσο ακυρώνεται με απόφαση του ίδιου ως άνω Δντη: m>«… Για τους ανυπότακτους, που δεν έχουν καταβάλει το χρηματικό πρόστιμο, τακτοποιούνται όμως για την ανυποταξία τους με οποιοδήποτε τρόπο…». Η πρόβλεψη αυτή της έκτης παραγράφου του αρθ.2 της κρισιολογούμενης απόφασης ερμηνευόμενη μάλιστα υπό το πρίσμα της παρατήρησης που γίνεται παραπάνω υπό 2.2.1, τουλάχιστον για την μη ορθότητα επιλογής ενός υπέρογκου ποσού ως μέσου για τον περιορισμό του φαινομένου της ανυποταξίας, αλλά και έμμεσα από το γράμμα του νόμου για την στρατολογία των Ελλήνων (αρθ. 53 παρ. 7 για την παύση ισχύος των στερήσεων ανυπότακτων) θα έπρεπε να σημαίνει ότι σε περίπτωση εκπλήρωσης όλων των στρατιωτικών υποχρεώσεων ή νόμιμης απαλλαγής από αυτές, τότε το πρόστιμο ακυρώνεται. Πράγματι μέχρι πρότινος η έννοια της τακτοποίησης της ανυποταξίας δεν προσδιορίζονταν (ούτε καν αναφέρονταν) σε κανένα σημείο του βασικού στρατολογικού μας νόμου ούτε και της λοιπής ισχύουσας στρατολογικής νομοθεσίας, παρά σε δύο σημεία της αιτιολογικής έκθεσης του τελευταίου δηλ. πάντως εκτός ισχύουσας νομοθεσίας.
2.2
Ωστόσο η κρατούσα στην διοικητική πρακτική των Στρατολογικών Αρχών ερμηνεία περιόριζε την ακύρωση του προστίμου στις περιπτώσεις που οι προϋποθέσεις τακτοποίησης υπήρχαν κατά την ημερομηνία υποχρέωσης για κατάταξη αλλά δεν είχαν κατατεθεί τα σχετικά δικαιολογητικά ( π.χ. στην περίπτωση του αρθ.18 παρ.8 του στρατολογικού μας νόμου κατά την οποία σπουδαστής αμελεί να προσκομίσει στο στρ. γραφείο όπου υπάγεται βεβαίωση για τις σπουδές του και την προσκομίζει αργότερα οπότε τακτοποιείται ή ακόμη και του αρθ. 37 παρ. 8 όπου δικαιούμενος αναβολής για λόγους υγείας δεν παρουσιάζεται σε αρχική πρόσκληση λόγω της υγείας του και λαμβάνει εντέλει την αναβολή αργότερα) καθώς και σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας (αρθ. 70 Ν.3421/2001).To θέμα λοιπόν εύλογα προκάλεσε αμφισβητήσεις, εν όψει και της πρόσφατης θέσπισης του προστίμου.
Με πρόσφατη τροποποίηση της στρατολογικής νομοθεσίας, ήτοι της κατ’ εξουσιοδότησης περισσοτέρων διατάξεων του βασικού στρατολογικού μας νόμου (ν.3421/05 ως ισχύει) εκδοθείσας με αρ. Φ.429.1/5/150045 (ΦΕΚ Β΄ 34/18.1.2006) απόφασης του ΥΕΑ προστέθηκε στο αρθ. 17 παρ.2 αυτής εδάφιο σύμφωνα με το οποίο: «Τακτοποίηση ανυποταξίας επέρχεται στις περιπτώσεις που αναδρομική ικανοποίηση αιτήματος χορήγησης οποιουδήποτε ευεργετήματος που προβλέπεται από τη στρατολογική νομοθεσία καθιστά νόμιμη τη μη κατάταξη για την οποία κηρύχθηκαν ανυπότακτοι». H προσθήκη αυτή έγινε με την απόφαση Φ.429.1/10/494654 Σ. 1156/3.3.2017 του ΥΕΑ (ΦΕΚ Β 977/23.3.2017).
Έτσι και πάλι ερμηνευτικά από τον συνδυασμό διατάξεων της στρατολογικής μας νομοθεσίας (κυρίως των ως άνω βασικής στρατολογικής απόφασης και νόμου) το πρόστιμο εφόσον δεν κατεβλήθη ακυρώνεται. :
Α) Σε περιπτώσεις που συντρέχουν λόγοι απαλλαγής ή αναβολής από τη στράτευση(βλ. τους λόγους αυτούς στο άρθρο μας για την απαλλαγή και αναβολή από τη στράτευση ) και τα σχετικά δικαιολογητικά δεν προσκομίζονται εμπρόθεσμα αλλά μεταγενέστερα της καταληκτικής ημ/νιας που θέτει ο νόμος, συνήθως της ημ/νίας κατάταξης, με την προϋπόθεση ότι οι λόγοι απαλλαγής ή αναβολής υφίσταντο στην τελευταία ημερομηνία. Πρόκειται για τις περιπτώσεις της τακτοποίησης της ανυποταξίας, όπως η έννοια αυτή προσδιορίστηκε και αμέσως παραπάνω εκτέθηκε.
Β) Σε περιπτώσεις που κρίνονται ως οφειλόμενες σε ανωτέρα βία που εμποδίζει την κατάταξη (αρθ.70 Ν.3421/05). Ως λόγος ανωτέρας βίας ή ανυπέρβλητο κώλυμα κατά τον ορισμό που εμπεριέχει το αρθ.70 θεωρείται κάθε τυχερό, απρόβλεπτο η αναπότρεπτο γεγονός, είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του υπόχρεου το οποίο, παρά την επιμέλεια και σύνεση του τελευταίου, καθιστά αδύνατη ή εξαιρετικά δύσκολή την συμμόρφωση του. Η ανωτέρα βία συντρέχει πχ όταν ο στρατεύσιμος δεν λαμβάνει γνώση της κατάταξης. Με πρόσφατη εξάλλου τροποποίηση του ίδιου άρθρου 70 για την ανωτέρα βία με το αρθ.18 Ν.4609/19 ορίζεται ότι επίκληση λόγων ανωτέρας βίας μπορεί να γίνει από τους ανυπότακτους μόνο μετά την διακοπή της ανυποταξίας τους δηλ. συνήθως αφού εμφανιστούν σε στρατολογική Αρχή και τη ζητήσουν οπότε και προγραμματίζεται η κατάταξη τους για την επόμενη ΕΣΣΟ. Ειδικά μάλιστα για την περίπτωση της ανυποταξίας, όπως με την ίδια ως άνω τροποποίηση συμπληρώθηκε το αρθ. 70, είναι δυνατή και η επίκληση εξαιρετικών λόγων. Ως δε εξαιρετικός λόγος θεωρείται κάθε γεγονός, ακόμα και μη τυχερό, απρόβλεπτο ή αναπότρεπτο το οποίο παρά την επιμέλεια και σύνεση του υπόχρεου, καθιστά αδύνατη ή εξαιρετικά δύσκολη την κατάταξη του, ή εξαιτίας του οποίου ενδεχόμενη κατάταξη του θα τον έθετε σε ιδιαίτερα επαχθή θέση. Τέλος για πρώτη φορά με την τροποποίηση καθορίζεται, ειδικά για την μη τήρηση υποχρέωσης για κατάταξη, ειδική υψηλόβαθμη επιτροπή για την εκτίμηση των σχετικών ισχυρισμών των στρατεύσιμων.
Είναι σαφές ότι, παρότι η αποδοχή των ισχυρισμών αυτών από την επιτροπή θα απαλλάξει τον στρατεύσιμο από όλες τις δυσμενείς συνέπειες που επιφέρει η ανυποταξία (πχ μήνυση ενώπιον του αρμόδιου Στρατοδικείου, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα κλπ), η τροποποίηση του άρθρου 70 έγινε πρωτίστως για την απαλλαγή των στρατεύσιμων από το επίμαχο πρόστιμο. Πράγματι, η επιβολή του προστίμου αυτού δημιούργησε αρκετά ερμηνευτικά προβλήματα στις Στρατολογικές Αρχές (επί μέρους Διευθύνσεις Στρατολογίας αλλά και Διεύθυνση Στρατολογικού του ΓΕΣ) οι οποίες καλούνταν από το 2011 να εκτιμήσουν τους λόγους ανωτέρας βίας , παρατηρήθηκε δε ειδικά τον τελευταίο καιρό μία άκαμπτη απόρριψη των περισσοτέρων, αν όχι όλων, σχετικών ισχυρισμών με αποτέλεσμα η νομοθετική παρέμβαση να θεωρείται αναγκαία.
Γ) Ειδικά για τους μόνιμους κατοίκους εξωτερικού να αναφερθεί ότι το πρόστιμο ακυρώνεται ακόμη και αν αποκτούν την ιδιότητα αυτή μεταγενέστερα της ημ/νίας που οφείλουν να καταταγούν. Όπως αναφέρεται στο οικείο άρθρο μας, για να χαρακτηρισθεί κάποιος μόνιμος κάτοικος εξωτερικού και να αναβληθεί η υποχρέωση στράτευσης (στην πραγματικότητα εφόσον ο στρατεύσιμος δεν επιστρέφει μόνιμα στην Ελλάδα πρόκειται για απαλλαγή αφού όριο αναβολής δεν τίθεται και υποχρέωση στράτευσης υπάρχει έως το 45ο έτος της ηλικίας)πρέπει είτε να έχει κύρια και μόνιμη εγκατάσταση στο εξωτερικό για 11 συνεχόμενα έτη είτε και να βιοπορίζεται (εργάζεται) στο εξωτερικό για 7 έτη. Κατά ειδική πρόβλεψη του νόμου μόλις αποκτηθεί αυτή η ιδιότητα, τότε ο ανυπότακτος εξαιρείται από την πρόσκληση ή τις προσκλήσεις για τις οποίες κηρύχτηκε ανυπότακτος (αρθ.25 παρ.3 Ν. 3421/05 ως ισχύει) και κατά συνέπεια η μη κατάταξη του καθίσταται νόμιμη αναδρομικά οπότε το πρόστιμο ακυρώνεται
2.3
Να σημειώσουμε επίσης ότι η καταβολή που απαιτεί η υπό κρίση απόφαση ως αρνητική προϋπόθεση για την ακύρωση του προστίμου δεν ισούται ερμηνευτικά με τη βεβαίωση του στο δημόσιο ταμείο, στην Εφορία δηλαδή (βεβαίωση δε σημαίνει καταβολή) διότι η βεβαίωση αυτή γίνεται αμελλητί, αμέσως από τον Δντη του Στρατολογικού γραφείου που επιβάλλει το πρόστιμο με τη σύνταξη σχετικού χρηματικού καταλόγου και την άμεση αποστολή του στην Δ.Ο.Υ. φορολογίας του ανυπότακτου και κατά συνέπεια η προϋπόθεση της μη καταβολής δε θα μπορούσε να πληρωθεί ποτέ και η σύμφωνη με το Σύνταγμα ακύρωση του προστίμου σε περίπτωση τακτοποίησης των στρατολογικών υποχρεώσεων θα παρέμενε κενό γράμμα με αποτέλεσμα τη κατάργηση της υποχρέωσης ακύρωσης που προβλέπει η κρισιολογούμενη απόφαση, την αυτοαναίρεση της, πράγμα λογικά άτοπο. Να επισημάνουμε τέλος σχετικά ότι η ακύρωση του προστίμου στη περίπτωση τακτοποίησης των στρατολογικών υποχρεώσεων προβλέπεται ως αυτεπάγγελτη ενέργεια του Στρ. Γραφείου που επέβαλε το πρόστιμο αφού ο νόμος δεν απαιτεί αίτηση του πρώην ανυπότακτου, η αίτηση αυτή ωστόσο δεν έχει οποιαδήποτε προθεσμία προς υποβολή αφού δεν αποτελεί προσφυγή αλλά αίτηση προς τη διοίκηση προς οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια.
Το πρόστιμο πρέπει να επιβάλλεται για κάθε ανυποταξία. Να τονίσουμε για ακόμη μία φορά ωστόσο ότι όσες φορές και εάν επιβληθεί το ανωτέρω πρόστιμο αυτό κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω ακυρώνεται εφόσον δεν έχει καταβληθεί με απόφαση του Διευθυντή του στρατολογικού γραφείου που το εξέδωσε.
Να επισημάνουμε ότι εφόσον το πρόστιμο έχει καταβληθεί η μεταγενέστερη τακτοποίηση με οποιονδήποτε τρόπο του ανυπότακτου δεν το καθιστά αχρεωστήτως καταβληθέν και δεν εφαρμόζεται η διαδικασία επιστροφής του στον καταβάλλοντα. Η ορθή αυτή άποψη στηρίζεται στο γράμμα του νόμου που ως προϋπόθεση ακύρωσης του κατά τα ως άνω θέτει ρητά τη μη καταβολή του προστίμου αλλά προκύπτει και από την τελολογική του ερμηνεία. Η διαδικασία επιστροφής του ως αχρεωστήτως καταβληθέν που προβλέπεται στο αρ. 3 της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης αφορά περιπτώσεις παράνομης εξαρχής επιβολής του, δηλαδή περίπτωση που δεν έχουμε πράγματι ανυποταξία και αποτελεί ειδική στο θέμα μας εφαρμογή της αρχής του Διοικητικού Δικαίου της ελεύθερης από τη διοίκηση ανάκλησης των παράνομων διοικητικών πράξεων.
2.4
Βέβαια τα προαναφερόμενα δεν ισχύουν σε περίπτωση που η μη κατάταξη νομιμοποιηθεί αναδρομικά εκ των υστέρων δηλ. σε περίπτωση που ο νομοθέτης εξαιρέσει ρητά τον ανυπότακτο από την πρόσκληση ή τις προσκλήσεις για τις οποίες κηρύχτηκε ανυπότακτος όπως το κάνει για όσους αποκτούν την ιδιότητα του μονίμου κατοίκου εξωτερικού (βλ. παραπάνω) και όπως πολύ πρόσφατα έπραξε με το αρθ.19 του ν.4609/2019 ( ΦΕΚ Α’, 79/3-5-2019), και είχε πράξει και στο παρελθόν με το άρθρο 12 του Ν. 4361/16 (ΦΕΚ 10/2016,τεύχος Α’) αφού στην περίπτωση αυτή το πρόστιμο καθίσταται παράνομη διοικητική πράξη. Δυστυχώς και στο νέο άρθρο (με το όποιο απαλλάσσονται όλων των κυρώσεων, ποινικών και διοικητικών όπως το πρόστιμο των 6000, όσοι την 13-5-2019 διατελούν σε ανυποταξία ή διετέλεσαν οποτεδήποτε προγενέστερα εφόσον κατατάχτηκαν ή νόμιμα απηλλάγησαν ή τελούν σε αναβολή κατάταξης για λόγους υγείας ή αυτά θα συμβούν μέχρι την 31 12 2020) ρητά προβλέπεται ότι σε περίπτωση μερικής καταβολής του προστίμου, διαγράφεται μόνο το λοιπό μη καταβληθέν, ενώ το καταβληθέν δεν επιστέφεται.
Να τονίσουμε τέλος, ότι με τον νόμο 4609/19, άρθρο 18, περ. 16 ορίστηκε ότι το χρηματικό πρόστιμο αυτό έχει προσωποπαγή χαρακτήρα. Κατά συνέπεια δεν κληρονομείται, όπως οι υπόλοιπες φορολογικές υποχρεώσεις και διαγράφεται με τον θάνατο του υπόχρεου.
2.5
Ωστόσο εξαιτίας της αναδρομικής νομιμοποίησης της μη κατάταξης, η τελευταία ρύθμιση που αδιακρίτως ευνοεί όσους δεν κατέβαλαν το πρόστιμο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με το αρθ.4παρ1 του Συντάγματος που καθιερώνει την ισότητα των Ελλήνων απέναντι στο νόμο, αφού το τυχαίο γεγονός της καταβολής από τον συνεπή ή τον έχοντα τα χρήματα δεν μπορεί να διαφοροποιεί την θέση του απέναντι στο νόμο από τον ασυνεπή ή τον φτωχότερο που ως καταστάσεις δεν διαφοροποιούν το ύψος του προστίμου αλλά αυτό επιβάλλεται κατά τα προαναφερόμενα υποχρεωτικά από τη Διοίκηση.Έτσι όμως, παρά την αναδρομική κατ΄ ουσία διαγραφή του προστίμου με την εκ των υστέρων εξαίρεση ολόκληρων ΕΣΣΟ από την κατάταξη από τον νομοθέτη, στην πραγματικότητα επέρχεται επιλεκτική απαλλαγή από το δυσβάσταχτο πρόστιμο, και μάλιστα χωρίς κανένα ουσιαστικό κριτήριο (πρβ. την 1374/2009 αποφ. του ΣτΕ για ανάλογο ζήτημα, για την αρχή της ισότητας ). Κατά συνέπεια η μη επιστροφή του καταβληθέντος ποσού κατόπιν αιτήσεως του πρώην ανυπότακτου καθίσταται διοικητική πράξη ακυρωτέα ενώπιον των αρμοδίων διοικητικών δικαστηρίων.
Το άρθρο αυτό συντάχθηκε το Φλεβάρη του 2016, συμπληρώθηκε και βελτιώθηκε με βάση και τις πλέον πρόσφατες νομοθετικές τροποποιήσεις έως και την ημερομηνία που αναφέρεται στην πρώτη σελίδα του παρόντος ιστότοπου από το Δικηγόρο Θεσσαλονίκης Σωτηριάδη Σωτήριο.