Ως σεξουαλικό ή γενετήσιο έγκλημα είναι, από το νόημα της λέξης τουλάχιστον, σύνηθες να θεωρούμε αυτό που σχετίζεται με τη γενετήσια ορμή ή ορμές (libido). Μπορούμε να το αντιπαραβάλλουμε με το ερωτικό έγκλημα, θεωρώντας τον έρωτα ως κάτι πιο ευγενές από την σεξουαλική ορμή, στα πλαίσια μιας διάκρισης που διαγράφεται ήδη στα Αναλυτικά Πρότερα του Αριστοτέλη: “ο έρως έχει να κάνει περισσότερο άρα με τη φιλία παρά με συνουσία”.
Ωστόσο, ακόμα και στην περίπτωση των τόσο συγκινησιακών εγκλημάτων ερωτικού πάθους, που έχουν συνεπάρει τον ανθρώπινο πολιτισμό, μέσω πολλών αριστουργημάτων του παγκόσμιου λόγου, όλως ενδεικτικά όπως ο Ιππόλυτος του Ευριπίδη, ο Οθέλλος του Σαίξπηρ και η Κάρμεν του Προσπέρ Μεριμέ1τα παραδείγματα αυτά από την παγκόσμια λογοτεχνία αναφέρει ο Νέστορας Κουράκης στην μονογραφία του « τα εγκλήματα ερωτικού πάθους», έργα που ψυχογραφούν τις αμφιταλαντεύσεις του επίδοξου δράστη της ανθρωποκτονίας κατά του προσώπου που είναι συνάμα για τον δράστη όλη του η ζωή, έτσι χαρακτηριστικά είναι τα λόγια της μελοποίησης της Κάρμεν από τον Μπιζέ στην γνωστή όπερα: L’ amour est enfant de boheme, il n’ a jamais jamais connu de loi, si tu ne m’ aimes pas, je t’ aime, si je t’ aime, prends garde a toi/ ο έρωτας είναι μποέμης και νόμο δε γνωρίζει, αν δεν με αγαπάς, εγώ σ’ αγαπώ και αν σ’ αγαπώ, φυλάξου ., ακόμα δηλαδή και στην περίπτωση του έρωτα, καθώς μιλάμε και πάλι για έγκλημα, δηλαδή για μια συμπεριφορά αντικοινωνική αλλά και ιδιαζόντως βλαπτική ή διακινδυνεύουσα αλλότρια συμφέροντα ή έννομα αγαθά2Η έννοια του έννομου αγαθού, ανεξαρτήτως της χρησιμότητας της (την οποία αμφισβητεί ο Ανδρουλάκης , “Ποινικό Δίκαιο, τομ.1 εκδ.2006) έχει παγιωθεί στην ελληνική ποινική επιστήμη, με άλλη ορολογία το αντικείμενο προστασίας , το νομικό αντικείμενο της ποινικής διάταξης ( Ανδρουλάκης ο.π. σελ.167) ,μια κοινωνικόηθική αξία την οποία προστατεύει ο νομοθέτης με ποινικές κυρώσεις (Κωστάρας “ Έννοιες και θεσμοί του Ποινικού Δικαίου” , εκδ.2004 σελ. 103), ένα κοινωνικό αγαθό, η προσβολή του υλικού αντικειμένου που το ενσωματώνει ή φυσικών ή κοινωνικών ιδιοτήτων αυτού του αντικειμένου τυποποιείται σε έγκλημα και το αγαθό σε έννομο σύμφωνα με την πλέον υλική σύλληψη του από τον Μανωλεδάκη, “ Ποινικό δίκαιο”,εκδ.2005 σελ.5,13, πχ στην ανθρωποκτονία το βαλλόμενο έννομο αγαθό είναι η ανθρώπινη ζωή ως ιδεατή και αφηρημένη αξία ενώ υλικό αντικείμενο η συγκεκριμένη ανθρώπινη ζωή που αφαιρέθηκε. , συμπεριφορά που προέρχεται από τον ψυχικό κόσμο του δράστη και έτσι μπορεί να του καταλογιστεί3Αρθ.14 παρ.1 ΠΚ: Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή σε εκείνον που την τέλεσε, η οποία τιμωρείται από τον νόμο. Για την τόσο επίκαιρη, ακόμα και σήμερα, έννοια του εγκλήματος ως απαγόμενη από την έννοια της ποινής, αφού υποχρεώνει την κρατική εξουσία να απειλεί και επιβάλει σοβαρές ποινές μόνο στα πλαίσια της θεσμοθετημένης ποινικής διαδικασίας βλ. Ανδρουλάκη Νικόλαου «ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ» εκδ.2006, τομ.1 , σελ.16 επ., η ταύτιση των όρων δεν μπορεί παρά να είναι μονόδρομος. Διότι αν πρέπει να ανοίξουμε οποιοδήποτε διάλογο με τον δράστη, όπως τουλάχιστον επιτάσσει το ποινικό μας σύστημα, ακόμα όμως και για να αξιολογήσουμε τη θέση του θύματος, τα όσα γράφθηκαν στην ανθρώπινη ιστορική διαδρομή για τη γενετήσια ορμή, ακόμα και αυτά πριν τη σύγχρονη αναγνώριση της στο δυτικό πολιτισμό, θα μας είναι εξίσου απαραίτητα, είτε αποκαλέσουμε το έγκλημα ερωτικό είτε απλά σεξουαλικό. Αλλά και διότι το ποινικό μας σύστημα, ως τέτοιο ενός κράτους Δικαίου, πρέπει να αποχρωματίζεται ιδεολογικά , όπως εύστοχα, παρατηρείται ότι επιχειρείται με το νέο Ποινικό Κώδικα μας(ΠΚ, από την 1/7/2019 Ν.4619/19) .4 Βλ. στην αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου «Κύρωση του Ποινικού Κώδικα», Ν4619/2019 σελ.1, στο site της Βουλής των Ελλήνων Η έντονη ηθική απαξιότητα και η “αηδία” , ως ασυνείδητη συλλογική μνήμη, που ενδέχεται να μας προκαλέσει ένα σεξουαλικό έγκλημα, από όπου θα λείπουν τα ποιητικά χαρακτηριστικά του έρωτος, η ιδεολογική μας προκατάληψη εν κατακλείδι για μία σεξουαλική συμπεριφορά , πρέπει να τιθασεύεται , αν πρόκειται να κρίνουμε σύμφωνα με το θετό δίκαιο μας.
2.ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ
Η παρουσίαση αυτή θα κρατήσει, καταρχήν τουλάχιστον, την κλασική στη επιστήμη του Ποινικού Δικαίου μας σειρά της τεχνικής-πρακτικής έννοιας του εγκλήματος, ενός εργαλείου δηλαδή που ξεκινά από τη λιτή διατύπωση του αρθ.14 του ΠΚ (βλ αυτήν στην υποσ.2) και μας κατευθύνει στην σύμφωνα με το νόμο διαπίστωση του. Πολύ συνοπτικά, πρώτα αναζητούμε το άδικο της συμπεριφοράς- πράξης ή παράλειψης πράξης, κατά κανόνα όπως την αντιλαμβανόμαστε στον εξωτερικό κόσμο, δηλαδή (α) αν αυτή περιγράφεται σε κάποια ποινική διάταξη και τότε είναι καταρχήν άδικη και (β) μετά αν συντρέχει κάποιος στο δίκαιο μας λόγος που αίρει το άδικό αυτό ώστε η πράξη να είναι και τελικά άδικη. Έπειτα, αναζητούμε αν η άδικη πράξη αυτή μπορεί να καταλογιστεί στον δράστη,(γ) αν δηλαδή αυτός γνώριζε και αποδέχετο το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του, αν είχε νομικά δόλο (και σε κάποιες περιπτώσεις αν είχε αμέλεια) οπότε και του είναι αρχικά καταλογιστή και (δ) αν συντρέχει κάποιος λόγος που αίρει αυτόν τον καταλογισμό (αν μπορούσε τελικά να πράξει διαφορετικά) και αν όχι του καταλογίζεται τελικώς.5Στη μικρή αυτή παρουσίαση, αυτές τις φράσεις επέλεξε ο γράφων για να μεταφέρει την τεχνική-πρακτική έννοια του εγκλήματος ώστε να γίνει το δυνατόν κατανοητή στα κύρια της σημεία, για πλέον ακρίβεια βλ. Ανδρουλάκη ο.π σελ. 138-144, Μανωλεδάκης σελ.267-270 Ότι αφορά το υπό (α) καλείται και αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ενώ ότι αφορά την εσωτερική διάθεση (γ) καλείται υποκειμενική υπόσταση, ενώ αντικειμενική και υποκειμενική μαζί καλούνται ειδική υπόσταση. Νομίζω ότι ευνόητα προκύπτει από τα παραπάνω, αυτό για το οποίο μάχεται η επιστήμη του ποινικού δικαίου μας, ότι κυρίως η αντικειμενική υπόσταση πρέπει να περιέχει περιγραφή θετική, όχι αόριστες έννοιες που δυνατόν να επιδέχονται διάφορες ερμηνείες και εφαρμογές.6Η αρχή κανένα έγκλημα καμία ποινή χωρίς ορισμένο νόμο αποτελεί μία από τις επιμέρους αρχές του αξιώματος nullum crimen nulla poena sine lege αποτυπωμένη μάλιστα με έμφαση στο αρθ. 7 του τελευταίου από 1975 Συντάγματος μας : Έγκλημα δεν υπάρχει ούτε ποινή επιβάλλεται χωρίς νόμο που να ισχύει πριν από την τέλεση της πράξης και να ορίζει τα στοιχεία της. Βλ. Ανδρουλάκη, ο.π. σελ.131, Κωσταρά ο.π. σελ.118
Ο ΠΚ, στο 19ο κεφάλαιο του, που εμπεριέχει τα αρθ.336-353 και τιτλοφορείται “τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής”, δεν περιλαμβάνει όλα τα εγκλήματα που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως σεξουαλικά, ερωτικά ή γενετήσια, ως έχοντα σχέση με τη γενετήσια ορμή. Αυτά, πράγματι, μπορούν να προσβάλουν περισσότερα προστατευόμενα έννομα αγαθά, κατά την κλασική στο Ποινικό μας Δίκαιο ορολογία και ταξινόμηση, από αυτό της γενετήσιας ελευθερίας. Ανάμεσα τους πρωτοστατεί ακόμα και το χαίρον απολύτου προστασίας έννομο αγαθό, αυτό της ανθρώπινης ζωής. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το σύνολο των 196 υποθέσεων ανθρωποκτονίας που δικάστηκαν από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας μεταξύ των ετών 1986 και 1995, το 12% περίπου αυτών, η τρίτη κατά σειρά αιτία, συνδέεται κυρίαρχα με το ερωτικό πάθος 7βλ. Άγγελος Τσιγκρής « Εγκλήματα από έρωτα», εκδ. 2004 σελ.23. Έπονται τα έννομα αγαθά της σωματικής ακεραιότητας ή υγείας με πιο χαρακτηριστικό έγκλημα με σεξουαλική αιτία αυτό της σωματικής βλάβης (αρθ.308 ΠΚ) πχ στα πλαίσια μιας αντιζηλίας , της προσωπικής ελευθερίας με χαρακτηριστικό το έγκλημα της αρπαγής (αρθ.322 ΠΚ) αλλά και της παράνομης βίας ,απειλής και διατάραξης οικιακής ειρήνης (αρθ.330,333,334 ΠΚ αντίστοιχα) και ο κατάλογος δεν κλείνει εδώ.
Φυσικά στη μικρή αυτή παρουσίαση δεν είναι δυνατόν, ούτε είναι και σκοπός της, να περιγράψουμε τις αντικειμενικές υποστάσεις όλων των παραπάνω εγκλημάτων. Ωστόσο όποιος ενδιαφέρεται για την ισχύουσα περιγραφή τους στο νόμο, μπορεί να την βρει στο διαδίκτυο ενόψει της πρόσφατης θέσπισης του νέου ΠΚ, Ν.4619/19, ακόμα και στο site της ΕτΚ. Πρέπει όμως να λάβει υπόψη του ότι ο Έλληνας νομοθέτης κατάφερε ήδη να τον τροποποιήσει σε αρκετά σημεία του με τους Ν.4623/19, 4637/19, 4855/21, 4908/22. Έτσι για παράδειγμα το προαναφερόμενο έγκλημα της ανθρωποκτονίας, όταν τελείται σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, από τιμωρούμενο μόνο με ισόβια κάθειρξη υπήρξε περίοδος, υπό τον νέο ΠΚ , που τιμωρούνταν ενναλακτικά και με πρόσκαιρη μέχρι να επανέλθει ξανά στην παλιά του μορφή. Αναφορικά δε με το ήδη αναφερόμενο 19ο κεφάλαιο του για τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, το ισχύον κείμενο παρατίθεται αυτούσιο στο παρακείμενο άρθρο μας και άρα δεν θα το επαναλάβουμε εδώ, αλλά θα παραθέσουμε τα παρακάτω σχόλια.
Η σεξουαλική συμπεριφορά υπήρξε πράγματι το πεδίο όπου ή αξίωση για θετικότητα του Ποινικού Δικαίου δοκιμάσθηκε περισσότερο στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα και όχι μόνο στη χώρα μας. Αποκύημα αναγκών άλλων εποχών, πολύ παλαιότερων, όπου οι μετακινήσεις φυλών και οι ανάγκες ελέγχου της ερωτικής ζωής από τους εισβολείς-κατακτητές προς το σκοπό καθαρότητας της φυλής και διατήρησης της εξουσιαστικής της θέσης, έχοντας ημιμαθής εκκλησιαστική υποστήριξη, γιατί ο Χριστός πάντως εμπόδισε τον λιθοβολισμό της μοιχαλίδας8Έτσι στις “ Σημειώσεις ουσιαστικού ποινικού δικαίου”, ΑΠΘ εκδ.1988, σελ.79-82 (δυστυχώς σε μουσουλμανικές κοινωνίες η θρησκευτική υποστήριξη συνεχίζεται αμείωτη έως σήμερα όπως και παρακάτω θα σχολιασθεί), η έννοια των ηθών κυριάρχησε στο ειδικό ποινικό δίκαιο της ερωτικής συμπεριφοράς, από τον πρώτο “Ποινικό Κώδικα” της χώρας, το Απάνθισμα Εγκληματικών του 1824 και το Δ΄ κεφάλαιο του “Περί αμαρτημάτων διαφθειρόντων τα ήθη”, στον βαυαρικό Ποινικό Νόμο του 1834 και εντέλει στο προϊσχύοντα από το 1951 έως το 2019 Ποινικό Κώδικα .
Στο τελευταίο, με τροποποίηση του από το Ν. 1419/1984, υπό την πίεση των καιρών και κυρίως της ποινικής θεωρίας, τα ήθη ως το βασικό κατά τον τίτλο προστατευόμενο αγαθό αντικαταστάθηκαν με αυτό της γενετήσιας ελευθερίας. Ωστόσο, πέραν του τίτλου του, το σχετικό 19ου κεφ. δεν άλλαξε ουσιωδώς στο περιεχόμενο του , εκτός αν ως τέτοια αλλαγή θεωρήσουμε την με λίγο προγενέστερο νόμο αποποινικοποίηση της μοιχείας. Πράγματι, αόριστες νομικές έννοιες όπως ασέλγεια, ακολασία και τα παράγωγα τους επίθετα παρέμεναν στο κείμενο του νόμου μέχρι τον ισχύοντα νέο μας ΠΚ ενώ για αρκετά χρόνια παρέμενε, ως έγκλημα, μη προσβάλλοντα κανένα άλλο αγαθό εκτός φυσικά από το υποτιθέμενο των «ηθών», η παρά φύση ασέλγεια, δηλαδή μία σεξουαλική πρακτική αποδιδόμενη κυρίως στην ομόφυλη ανδρική συνεύρεση. Αποτέλεσμα ήταν ο ΑΠ (Άρειος Πάγος, το ανώτατο Δικαστήριο μας ποινικής και πολιτικής δικαιοσύνης που σκοπός του είναι η ομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου στην Ελληνική Επικράτεια) να εξακολουθεί να δέχεται τις παραπάνω ηθικήζουσες και αόριστες έννοιες ως μέρος της αντικειμενικής υπόστασης των γενετήσιων εγκλημάτων και να διαπιστώνει με αυτές την πλήρωση της.
Το ταυτάριθμο κεφάλαιο του νέου ΠΚ (Ν.4619/19) επιχειρεί εκ νέου να μας απαλλάξει από τα ήθη ενώ δεν τιμωρεί προσωπικότητες-τρόπους ζωής που με τις πράξεις τους δεν επενεργούν σε μη συναινών τρίτο όπως, έστω και έμμεσα, γινόταν με την ποινικοποίηση του σοδομισμού ή ακόμα και με το αδίκημα εκμετάλλευσης πόρνης. Αυτά, παρότι βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα, δεν είναι καθόλου αυτονόητα στις νομοθεσίες πολλών κρατών ανά τον κόσμο, αφού η ομοφυλοφιλία ακόμα διώκεται με επιβαλλόμενη στην πράξη την ποινή του θανάτου τουλάχιστον σε μία χώρα, το Ιράν, αλλά προβλεπόμενη και άρα δυνάμενη να επιβληθεί σε περισσότερες, όπως το Αφγανιστάν, η Σαουδική Αραβία, η Μαυριτανία η Σομαλία9Βλ. στο διαδίκτυο στην Wikipedia υπό το λήμμα : https://en.wikipedia.org/wiki/LGBT_rights_by_country_or_territory κ.α. κυρίως ισλαμικές χώρες. Σε κάποιες από αυτές, οι σεξουαλικές σχέσεις ανάμεσα σε άτομα του ιδίου φύλου απειλούνται με ποινές φυλάκισης, όπως στην Αλγερία μέχρι δύο χρόνια.10Βλ. στην ετήσια έκθεση 2019 του Διεθνούς Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Την ίδια τύχη στον μουσουλμανικό κόσμο έχει και η μοιχεία για την οποία απειλείται μέχρι και η ποινή του θανάτου διά λιθοβολισμού, αν και η απόδειξη της υπό τον μουσουλμανικό νόμο είναι δύσκολη καθώς απαιτεί τέσσερις αυτόπτες ευυπόληπτους μάρτυρες. Η μοιχεία μόλις πρόσφατα, την 27/9/2018, έπαψε να θεωρείται ποινικό αδίκημα στην Ινδία με απόφαση του ανωτάτου Δικαστηρίου της, ενώ εξακολουθεί να αποτελεί τέτοιο στις Φιλιππίνες11Βλ. ο.π. https://en.wikipedia.org/wiki/Adultery#Law Αντίθετα, δεν αποτελεί έγκλημα σε καμία Ευρωπαϊκή χώρα ενώ εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό ( felony)ή χαμηλότερης απαξίας ( misdemeanor) ποινικό αδίκημα σε 19 πολιτείες των ΕΠΑ, ανάμεσα τους και στη πολιτεία της Νέας Υόρκης.12Βλ. ομοίως https://en.wikipedia.org/wiki/Adultery#Europe
Ωστόσο, ακόμα και μετά τη ριζική αλλαγή σε τίτλο και περιεχόμενο του σχετικού 19 κεφ., δεν είναι αληθές ότι ο νέος ΠΚ επιτρέπει απεριόριστα την μεταξύ ενηλίκων συναινετική σεξουαλική συμπεριφορά ανεξάρτητα από τα ήθη. Η πρώτη εξαίρεση είναι η αιμομιξία που προβλέπεται, πλέον όχι υπό τον ομώνυμο αλλά υπό τον τίτλο γενετήσια πράξη μεταξύ συγγενών στο αρθ.345 ΠΚ. Το τελευταίο απειλούσε ποινές φυλακίσεως και μετά από την τροποποήση του νέου μας ΠΚ από τον Ν. 4855/21 ακόμα και καθείρξεως για τους για τους εξ ‘ αίματος ή από υιοθεσία συγγενείς ανιούσας ή κατιούσας γραμμής (γονείς η παππούδες κ.ο.κ με παιδιά, εγγόνια κ.ο.κ .) και για τα αμφιθαλή ή ετεροθαλή αδέρφια,( όχι θείος με ανιψιό, όχι ξαδέρφια κ.ο.κ). Πράγματι, η διάταξη υπό το παλαιό καθεστώς των ηθών θεωρήθηκε ότι μεταφέρει στο δίκαιο έναν εκ των πλέον αναμφισβήτητων κανόνων της κοινωνικής ηθικής13Έτσι Γ.Α. Μαγκάκης, « Τα εγκλήματα περί την γενετήσιον και την οικογενειακήν ζωήν», εκδ. 1967, σελ. 87 . Η αιμομιξία αποτελεί ένα από τα ισχυρότερα κοινωνικά ταμπού ανά την ιστορία με ελάχιστες εξαιρέσεις όπως σε κάποιες κοινωνίες της αρχαίας Αιγύπτου αλλά και αργότερα για λόγους διατήρησης βασιλικών και άλλων παρεμφερών οίκων14Βλ. Wikipedia, https://en.wikipedia.org/wiki/Incest . Το ταμπού αυτό φαίνεται να ενισχύεται στις σύγχρονες κοινωνίες μετά την διατύπωση του οιδιπόδειου συμπλέγματος και αυτού της Ηλέκτρας από τον Σίγκμουντ Φρόυντ (βλ. παρακάτω ) ενώ έχει και βιολογική βάση αφού οι απόγονοι των στενών εξ’ αίματος συγγενών κινδυνεύουν, αναλογικά μάλιστα με τη στενότητα αίματος, να γεννηθούν με γενετικές ασθένειες ή να εμφανίσουν άλλα προβλήματα υγείας.
Όμως η απόκτηση απογόνων δεν μπορεί να θεωρείται από ένα δίκαιο που κατοχυρώνει την σεξουαλική ελευθερία ως ακόλουθο της προσωπικής ελευθερίας και της ελευθερίας αυτοδιάθεσης (βλ. για τη κατοχύρωση της στο Σύνταγμα παρακάτω) ως μοναδικός ή απαραίτητος σκοπός της σεξουαλικής πράξης. Αυτή μπορεί να τελείται αφού προηγουμένως έχει αποκλεισθεί κάθε ενδεχόμενο τεκνοποίησης και ως εκ τούτου ο βιολογικός κίνδυνος προβάλλεται αλυσιτελώς, τότε εξάλλου ως έννομο αγαθό θα έπρεπε να θεωρήσουμε, άτοπα για τη θετικότητα του ΠΔ μας, την υγεία του μη ακόμα συλληφθέντος τέκνου. Ούτε όμως και η οικογένεια ως το εναπομείνον έννομο αγαθό, που πλέον μπορεί να προστατεύει το έγκλημα της γενετήσιας πράξης μεταξύ συγγενών, φαίνεται να πείθει, αφού η ερωτική έλξη αρκεί για να διαταραχθούν οι σχέσεις μέσα σε μία οικογένεια και εκείνη κανένας νόμος δεν μπορεί να την απαγορεύσει. Είναι λοιπόν αναμφισβήτητα τα ήθη που κρύβονται πίσω από το αδίκημα της αιμομιξίας και γι αυτό, εξάλλου, σε πολλές χώρες δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα, όπως στην Ολλανδία, Βέλγιο, Γαλλία15Ήδη από το 1810 με τη εισαγωγή του Ναπολεόντειου Ποινικού Κώδικα., Σλοβενία, άσχετα αν και κει εξακολουθεί να αποτελεί ταμπού και αστικά, δηλαδή για τη τέλεση γάμου ή συμφώνου συμβίωσης, μέχρι ένα βαθμό συγγένειας, να απαγορεύεται .
Η δεύτερη εξαίρεση της πλήρης αποποινικοποίησης της ενήλικης συναινετικής γενετήσιας συμπεριφοράς και της ταυτόσημης ανεξαρτητοποίησης της από την έννοια των ηθών φαίνεται να εμφανίζεται στις περιπτώσεις των σαδομαζοχιστικών σεξουαλικών παιχνιδιών ή ακόμα και των παιχνιδιών υποταγής και εξευτελισμού. Κι αυτό γιατί στο αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης (αρθ.308 ΠΚ), που ενδέχεται να προκληθεί στους συμμετέχοντες, συνήθως ως κάκωση και σπανιότερα ως βλάβη της υγείας, η συναίνεση ενδέχεται να κριθεί ως άνευ σημασίας. Αυτό γιατί παρά τη ρητή ύπαρξη της στην παρ.3 του αρθ.308 όπου ορίζεται: η σωματική βλάβη της παραγράφου 1 δεν είναι άδικη, όταν επιχειρείται με τη συναίνεση του παθόντος και δεν προσκρούει στα χρηστά ήθη , διάταξη μάλιστα, από την οποία η ποινική θεωρία μας αντλεί το γενικό χαρακτήρα της συναίνεσης ως λόγο άρσης του αδίκου, τα χρηστά ήθη φαίνεται να εμποδίζουν τον μη άδικο χαρακτήρα της σωματικής βλάβης. Ωστόσο έχει ορθά υποστηριχθεί, ακόμα και πριν τον νέο ΠΚ, ότι μετά το 1984, όταν το σεξουαλικό ποινικό δίκαιο της χώρας, έστω κατά τίτλο, έπαψε να αναφέρεται στα ήθη, η μη άρση του αδίκου στη περίπτωση των συναινετικών σαδομαζοχιστικών παιχνιδιών συντηρεί μια ηθικολογούσα θεώρηση 16Έτσι Ανδρουλάκης, ο.π. σελ.371 . Πόσο μάλλον στην περίπτωση της εξύβρισης, δηλαδή της προσβολής της τιμής άλλου με λόγια ή με έργα που ενδέχεται να προκύψει από παιχνίδια υποταγής, και εδώ η προγενέστερη συναίνεση στο παιχνίδι αίρει το άδικο άσχετα αν το παιχνίδι αυτό μπορεί από πολλούς να χαρακτηρισθεί ανήθικο. Και με αυτά ερχόμαστε στην εισαγωγική μας παρατήρηση: πρέπει πλέον στα σεξουαλικά εγκλήματα να μην ταυτίζουμε τις έννοιες ηθική συμπεριφορά και ηθική γενετήσια πράξη ή ηθική γενετήσια συμπεριφορά. Η τελευταία δεν πρέπει να υπάρχει πια στο ποινικό μας δίκαιο και το ηθικό πρέπει να ταυτίζεται με το έντιμο.
Δεν ισχύουν ωστόσο τα ίδια στην περίπτωση που από τα παραπάνω παιχνίδια προκύψει βαριά σωματική βλάβη (δηλαδή ιδίως κίνδυνος ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρός ακρωτηριασμός ή σημαντικό και μακροχρόνιο εμπόδιο στη χρήση του σώματος ή της διάνοιας, αρθ. 310 ΠΚ) ή ακόμα και θάνατος του συμμετέχοντα. Ακόμα και το τελευταίο είναι πιθανό σε ένα παιχνίδι ηδονής και εμφανίζεται ιδίως στη σεξουαλική πρακτική της αποκαλούμενης ερωτικής ασφυξίας17Βλ. https://en.wikipedia.org/wiki/Erotic_asphyxiation αλλά και όταν ο ένας εκ των συμμετεχόντων αντιμετωπίζει έστω ελαφρές ψυχικές διαταραχές που μπορούν να αποβούν ολέθριες, πυροδοτώντας εκρηκτικές συμπεριφορές σε μία συνήθως παρορμητική κατάσταση, όπως είναι η κάθε μορφής γενετήσια πράξη. Στις περιπτώσεις αυτές η απόλυτη προστασία της ανθρώπινης ζωής στην οποία μετέχει η στοιχειώδης προστασία του φορέα της, δηλαδή του ανθρώπινου σώματος δεν αφήνουν περιθώρια για καμία αναλογία προγενέστερης συναίνεσης υπέρ του δράστη. Η πράξη του τελευταίου είναι άδικη και η τελική ενοχή του θα κριθεί στην περιοχή του καταλογισμού.
Και εκεί τα πράγματα θα είναι δύσκολά για τον δράστη μας, παρά τα όσα μπορεί κάποιος να σκεφθεί με βάση ότι παραπάνω αναφέραμε για τον δόλο18«Με δόλο (με πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξης, καθώς και όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται.» ορίζει το αρθ.27 παρ.1 του ΠΚ μας ενώ το αρθ.26 ξεκαθαρίζει ότι τα κακουργήματα σε αντίθεση με τα πλημμελήματα ,για τα οποία κατ’ εξαίρεση αρκεί και η αμέλεια, τιμωρούνται μόνο όταν τελούνται με δόλο, ότι δηλαδή ο μετέχων19Γιατί η νέα ελληνική γλώσσα έχει απεμπολήσει τις τόσο όμορφες μετοχές ενεργητικής φωνής και διάθεσης είναι ανεξήγητο για τον γράφοντα. σε ένα έστω επικίνδυνο σεξουαλικό παιχνίδι πρέπει να αποδέχεται τον θάνατο ή βαριά σωματική βλάβη του συντρόφου του. Η λέξη αποδοχή φυσικά δεν ταυτίζεται με τη λέξη επιδίωξη (δόλος ά βαθμού) αλλά πάντως υποδηλώνει μία έγκριση ή συγκατάθεση σε ένα πιθανό να επέλθει αποτέλεσμα, έστω ως ένα αναγκαίο κακό. Οι σκέψεις αυτές θα έπρεπε να απαλλάξουν τον παραπάνω συμμετέχοντα, τουλάχιστον για την κακουργηματική εκδοχή αυτών των αδικημάτων. Τα πράγματα, λοιπόν, δεν είναι τόσο απλά στη σχετική ποινική θεωρία και ιδίως πράξη20Εκτενώς αποφάσεις του Ακυρωτικού μας (Άρειος Πάγος) στο θέμα των ορίων δόλου και αμέλειας σχολιάζει ο Ανδρουλάκης ο.π. σελ. 289 επ. , ορθά όμως παρατηρείται ότι υπό το καθεστώς οποιασδήποτε θεωρίας δεν πρέπει να φθάσουμε να ερμηνεύουμε το ευθέως προκύπτον γραμματικό νόημα της λέξης αποδέχομαι εις βάρος του κατηγορουμένου.21Μανωλεδάκης ο.π. σελ.223
Όπως αναφέρθηκε οι ειδικές υποστάσεις των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας παρατίθενται όπως ισχύουν στο παρακείμενο άρθρο μας . Εδώ θα τα μνημονεύσουμε κάνοντας κάποιες επιπλέον παρατηρήσεις. Το πρώτο από αυτά είναι ο βιασμός (αρθ.337 ΠΚ). Η σεξουαλική-ερωτική αυτοδιάθεση ως βασικό ατομικό δικαίωμα παρότι δεν κατοχυρώνεται ρητά στο Σύνταγμα μας, προκύπτει όμως από σειρά διατάξεων του, όπως το αρθ. 2 παρ. 1 για το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου, το αρθ.5 παρ.1 για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, το αρθ.7 παρ.2 για την απαγόρευση προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και το αρθ. 9 παρ.1 για το απαραβίαστο της ιδιωτικής ζωής.
Ο καθένας μπορεί να επιλέξει τον σεξουαλικό σύντροφο του, τον χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο της γενετήσιας πράξης. Η ελευθερία του σ’ αυτήν την επιλογή σταματά εκεί ακριβώς που αρχίζει ή ίδια ελευθερία του άλλου. Η συναίνεση, λοιπόν ανάγεται από τον νέο ΠΚ στην κυρίαρχη έννοια για το έγκλημα του βιασμού και όχι η σωματική βία ή η απειλή, όπως μέχρι τη θέσπιση του. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε κυρίως η σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των γυναικών από κάθε μορφή βίας και η πρόληψη, δίωξη και εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, γνωστή και ως Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Ο γάμος ή το σύμφωνο συμβίωσης είναι πλέον για το δίκαιο μας αδιάφορα ενώ μέχρι πρότινος η συνουσία έπρεπε να ήταν εξώγαμη για την τέλεση του βιασμού. Επίσης να αναφέρουμε ότι υπό τον όρο γενετήσια πράξη στο κείμενο του νόμου νοείται η συνουσία ή άλλες ίσης βαρύτητας πράξεις όπως είναι η παρά φύση συνεύρεση, ο ετεροαυνανισμός, η πεολειξία, η αιδιολειξία ή η χρήση υποκατάστατων μέσων.22Βλ. www.esdi.gr › pdf › epimorfosi › xrisogianni_2020
Ο βιασμός ζώων23τα ζώα παρά τις ευγενείς προσπάθειες των ανά κόσμο φιλόζωων δεν αποτελούν μέχρι σήμερα στο δίκαιο μας τίποτε άλλο παρά πράγματα, υπαγόμενα έστω σε ένα ειδικό καθεστώς. Και σ’αυτά, μάλλον ο ανθρώπινος νομικός πολιτισμός θα ακολουθήσει τους αργούς δρόμους της αναγνώρισης της ανθρώπινης αξίας , βλ. σχετικά με την πρόοδο αυτή Το νομικό καθεστώς των ζώων pergamos.lib.uoa.gr › file › lib › default › data › theFile ή κτηνοβασία ή ακόμα η σεξουαλική κακοποίηση ζώων τυποποιούνται πλέον ως έγκλημα στο δίκαιο μας άμεσα (και όχι έμμεσα όπως παλαιότερα μεσω της γενικότερης έννοιας της κακοποίησης ζώων) από το αρθ. 24 σε συνδ. με το αρθ.34 του Ν.4830/2021 σε βαθμό κακουργήματος, με ποινή κάθειρξης έως 10 ετών.
Το επόμενο αδίκημα του 19ου κεφ. του ΠΚ είναι η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Η έννοια της γενετήσιας πράξης που λίγο παραπάνω παραθέσαμε αντιπαραβάλλεται με την χειρονομία γενετήσιου χαρακτήρα όπως χειρονομίες ή θωπείες ή ψαύσεις του σώματος που δεν εξικνούνται σε γενετήσια πράξη. Η χειρονομία γενετήσιου χαρακτήρα μαζί με τις λοιπές περιγραφόμενες συμπεριφορές του αρθ. 337ΠΚ αποτελούν την πολύτροπη αντικειμενική υπόσταση του εν λόγω πλημμελήματος. Στο άρθρο αυτό και στην 4η παρ. του εμφανίζεται και η πρώτη διάταξη προστασίας της γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας στο χώρο της εργασίας. Το άρθρο εξάλλου τιμωρεί σε βαθμό πλημμελήματος την παρεκκλίνουσα γενετήσια συμπεριφορά της επιδειξιομανίας και έτσι όσοι την έχουν προσλάβει ως στοιχείο της προσωπικότητας τους θα πρέπει να προσέχουν να την ασκούν μόνο σε συναινούντα ενήλικα, η συναίνεση του οποίου θα άρει τον άδικο χαρακτήρα της.
Ακολουθεί το κακούργημα της κατάχρησης του ανίκανου για λόγους διανοητικής ή σωματικής αναπηρίας ή από όποια άλλη αιτία να αντισταθεί στη τέλεση γενετήσιας πράξης (αρθ.338 ΠΚ), ενώ λίγο αργότερα (αρθ.343 ΠΚ) το πλημμέλημα της κατάχρησης σε γενετήσια πράξη όπου αντιμετωπίζονται οι περιπτώσεις κατάχρησης θέσης εξουσίας που οδηγούν σε συναίνεση ή πρωτοβουλία για την τέλεση γενετήσιας πράξης. Καθώς όμως ή μη ύπαρξη συναίνεσης για την τέλεση γενετήσιας πράξης ανάγεται από τον νέο ΠΚ μας σε κακούργημα όπως παραπάνω παρατηρήσαμε στο έγκλημα του βιασμού, αναρωτιέται κανείς γιατί να επωφελείται αυτός που καταχράται μία θέση εξουσίας ώστε να οδηγήσει το θύμα του σε μία πλαστή συναίνεση σε γενετήσια πράξη. Η απάντηση που θα δοθεί από τις γενικές αρχές του Ποινικού μας Δικαίου, όπου ξεκαθαρίζεται ότι η συναίνεση θα είναι ανίσχυρη αν για την ύπαρξη της τελείται το αδίκημα της απειλής του αρθ .330 του ΠΚ24Έτσι Ανδρουλάκης ο.π. σελ.368 το οποίο ορίζει ότι όποιος με σωματική βία ή απειλή σωματικής βίας ή άλλης παράνομης πράξης ή παράλειψης εξαναγκάζει άλλον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή για τις οποίες ο παθών δεν έχει υποχρέωση τιμωρείται με φυλάκιση ή ακόμα γενικότερα η συναίνεση είναι ανίσχυρη κάθε φορά που είναι προϊόν βίας η απειλής25Έτσι Μανωλεδάκης ο.π. σελ 657 και Κωστάρας ο.π. σελ.417 , μπορούν να μας οδηγήσουν μόνο σε ένα λογικό συμπέρασμα. Όταν η συναίνεση επιτυγχάνεται μέσω της διάπραξης του ως άνω αρθ. 330 , πχ ο εργοδότης λέει κάνε μαζί μου σεξ, αλλιώς θα σε απολύσω (εδώ και η απειλούμενη απόλυση είναι παράνομη πράξη κατά το εργατικό μας δίκαιο αφού θα γίνει καταχρηστικά και όχι για τους σκοπούς της επιχείρησης) και ο εργαζόμενος υποκύπτει, τότε η εφαρμογή του βαρύτερου εγκλήματος του βιασμού είναι μονόδρομος. Αν όμως δεν υπάρχει ακόμα η εργασιακή σχέση μπορεί να έχουμε εφαρμογή του ευμενέστερου πλημμεληματικού αρθ. 343 αφού η μη πρόσληψη δεν μπορεί να θεωρηθεί καταρχήν παράνομη από το δίκαιο μας. Και αντίστοιχες πρέπει να είναι οι σκέψεις μας σε άλλες περιπτώσεις που θα προκύψουν από την εφαρμογή των αρθ. 343 και 336. Τα όσα λοιπόν αναφέρονται σχετικά στη αιτιολογική έκθεση του νέου ΠΚ 26Βλ, την αιτιολογική έκθεση αυτή στο επίσημο site της Βουλής , www.hellenicparliament.gr, σελ.66. περί διαβάθμισης του εξαναγκασμού προς την γενετήσια πράξη στα προαναφερόμενα άρθρα αλλά και περί της ανύπαρκτης έως σήμερα στο ποινικό μας δίκαιο εξωτερικής συναίνεσης (δηλαδή ότι το θύμα δεν συναινεί ως προϊόν της ελεύθερης βούλησης του παρά προσποιείται ότι συναινεί στην απαίτηση του δράστη) , τα οποία μάλιστα ανατίθενται στον εφαρμοστή του δίκαιου να τα εξιχνιάσει, είναι τουλάχιστον αδόκιμα και είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν πολλά ερμηνευτικά προβλήματα. Εκτός αν δώσουμε στην συναίνεση του βιασμού μία διαφορετική χροιά από την συναίνεση που έως σήμερα γνωρίζουμε.
Το τελευταίο σεξουαλικό αδίκημα του 19ου κεφ. του ΠΚ που δεν αφορά ανήλικους είναι αυτό της προσβολής της γενετήσιας ευπρέπειας. Ο νόμος εδώ χρησιμοποιεί την έννοια της πράξης γενετήσιου χαρακτήρα και ως τέτοιες μπορούμε να θεωρήσουμε συμπεριφορές ή χειρονομίες οι οποίες κατά την κοινή αντίληψη υπαινίσσονται ή καταδεικνύουν ή παρωθούν σε γενετήσιες πράξεις. Εδώ η γενετήσια αξιοπρέπεια ως έννομο αγαθό αλλάζει όνομα και γίνεται ευπρέπεια. Αν όμως κάποιος συγκρίνει τις περιγραφές στο νόμο της προσβολής της γενετήσιας ευπρέπειας (αρθ.353) και της γενετήσιας αξιοπρέπειας (αρθ.337) εύκολα θα διαπιστώσει ότι η αντικειμενική υπόσταση, η ευθέως (γιατί και η υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων από όσα εξωτερικώς βλέπουμε διαπιστώνεται )εξωτερικώς αντιληπτή συμπεριφορά και των δύο εγκλημάτων όχι μόνο έχει κοινά σημεία αλλά η πρώτη υπάγεται στην πλειονότητα των περιπτώσεων στη δεύτερη. Δηλαδή θα τιμωρούνταν ακόμα και αν το αδίκημα κατά της γενετήσιας ευπρέπειας δεν υπήρχε. Ελπίζουμε τουλάχιστον η γενετήσια ευπρέπεια και αξιοπρέπεια να μην θεωρηθούν από την ποινική μας πράξη διαφορετικά έννομα αγαθά και να φθάσουμε να τιμωρούμε διπλά, κατά τους κανόνες της αληθινής συρροής27Στην μη μόνο για νομικούς αυτή παρουσίαση δε θα ασχοληθούμε φυσικά με το πολύ δύσκολο στη θεωρία του ποινικού δικαίου μας θέμα των συρροής εγκλημάτων , δηλαδή την προσπάθεια της ποινικής θεωρίας να μετρήσει την συνολική εγκληματική απαξία που έχει η ενώπιον της δικαστικής κρίσεως συμπεριφορά ενός ανθρώπου, πρβ. Κωστάρα ο.π. σελ.616 , παρότι η ειδική ύλη που πραγματευόμαστε αποτελεί εξέχον πεδίο θεωρητικής αναζήτησης και εφαρμογής της , όποιον κάνει έρωτα με την σύντροφο του στους κήπους, παρακείμενα στο άγαλμα του Μεγάλου Αλέξανδρου, στη παραλία της Θεσσαλονίκης. Το αδίκημα, το οποίο ήλθε να πάρει την θέση της παλιάς πρόσκλησης σκανδάλου με ακόλαστες πράξεις, φρονώ, ότι δεν έχει θέση σε ένα ποινικό δίκαιο που προασπίζει καταρχήν την σεξουαλική ή ερωτική ελευθερία διότι μπορεί να ποινικοποιήσει ακόμα και ένα απλό φιλί σε δημόσιο χώρο όχι μόνο μεταξύ ομόφυλων (μέσω και τέτοιων διατάξεων ανά την υφήλιο επιτυγχάνεται η δίωξη των LGBT-ΛΟΑΤ) αλλά και ετερόφυλων.
Όλα τα υπόλοιπά εγκλήματα που προβλέπονται στο 19 κεφ. του ΠΚ, δηλαδή των αρθ. 339,342,348,348Α,348Β, 348Γ,349 και 351Α αφορούν τους ανήλικους. Θα σχολιασθεί παρακάτω στην περιγραφή της γενετήσιας ορμής το πώς η ανάπτυξη της ψυχιατρικής και ψυχολογίας κατά τον προηγούμενο και τελευταίο αιώνα έκαναν αντιληπτή την ανάγκη προστασίας των ανηλίκων στον τομέα της γενετήσιας ζωής. Εδώ να αναφερθεί ότι στην ίδια τάση αυστηροποίησης συνέβαλε η ανάπτυξη του διαδικτύου. Το όραμα του Τιμ Μπέρνες Λι για μία ισότιμη και αποκεντρωμένη συμμετοχή στον παγκόσμιο ιστό (Internet) είχε το εγγενές ελάττωμα της χρήσης του για αθέμιτους σκοπούς.
Δίπλα, λοιπόν, στα κλασικά αδικήματα της απoπλάνησης παιδιών {αρθ.339, η βασική αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος παρά την αλλαγή του τίτλου του ήταν και είναι η ενέργεια γενετήσιας πράξης με ανήλικο νεότερο των 15 ετών ή η παραπλάνηση του με αποτέλεσμα την ενέργεια ή ανοχή τέτοιας πράξης} της κατάχρησης ανηλίκων { αρθ.342, ένα ιδιαίτερο, όπως καλούνται, έγκλημα γιατί υποκείμενο του μπορεί να είναι μόνο ο ενήλικος που επιβλέπει ή φυλάσσει τον ανήλικο έστω και προσωρινά} και της μαστροπείας28Η διαφορά μεταξύ μαστροπείας και σωματεμπορίας μπορούσε να θεωρηθεί υπό τον προϊσχύοντα ΠΚ η εξώθηση δηλαδή η πρώτη επαφή με την πορνεία την οποία υποθάλπει ο μαστροπός, η σωματεμπορία (αρθ.351 προϊσχύοντος ΠΚ) καταργήθηκε από τον νέο ΠΚ καθώς το άδικο της περιλαμβάνεται στο αδίκημα του αρθ. 323Α για την εμπορία ανθρώπων. {αρθ.349, η εξώθηση αλλά και διευκόλυνση στην πορνεία ανηλίκων για την εξυπηρέτηση της ακόμα αδικαιολόγητα παραμένουσας στο κείμενο νόμου ακολασίας άλλων είναι το βασικό περιεχόμενο του αδικήματος, ενώ με πρόσφατη τροποποίηση του νέου Κώδικα και οι γυναίκες είναι ξανά αντικείμενο του εγκλήματος} ήρθαν να προστεθούν τον τρέχοντα αιώνα, το καταρχήν πλημμέλημα αλλά με πολλές κακουργηματικές εκδοχές αδίκημα της παιδικής πορνογραφίας (αρθ. 348 Α), η προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγος (αρθ.348 Β), οι πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων (αρθ.348 Γ) και η γενετήσια πράξη με ανήλικο έναντι αμοιβής (αρθ. 351 Α). Πρόκειται για νέες περιγραφές εγκλημάτων που γίνονται με σκοπό την ευκολότερη και αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το άδικο μιας τέτοιας συμπεριφοράς δεν προϋπήρχε στο ποινικό μας δίκαιο.
Η τάση αυτή των τελευταίων δεκαετιών θέσπισης νέων και αυστηροποίησης των υπαρχόντων εγκλημάτων [είναι χαρακτηριστικό ότι στα περισσότερα από τα μη έχοντα ως αντικείμενο ευθέως τους ανήλικους εγκλήματα του 19ου κεφ. προβλέπεται μία επιβαρυντική (ως προς την ποινή) μορφή τους αν ο παθών είναι ανήλικος] δεν είναι μόνο ελληνική αλλά κυρίως διεθνής. Στον κοινοτικό χώρο σχετική είναι η 2011/93/ΕΕ Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών της παιδικής πορνογραφίας και της άγρας παιδιών29Βλ. αυτήν στο : https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=celex%3A32011L0093. Την οδηγία (η οποία συγκαταλέγεται εξάλλου σε σειρά σχετικών διεθνών κειμένων, όπως το αρθ.3430Το άρθρο αποτελεί διάγραμμα των τρόπων σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης ανηλίκων : States Parties undertake to protect the child from all forms of sexual exploitation and sexual abuse. For these purposes, States Parties shall in particular take all appropriate national, bilateral and multilateral measures to prevent: (a) The inducement or coercion of a child to engage in any unlawful sexual activity; (b) The exploitative use of children in prostitution or other unlawful sexual practices; (c) The exploitative use of children in pornographic performances and materials. της από το 1989 Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού και το πρωτόκολλο της για την σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, η προγενέστερα σε ισχύ 2004/68/ΔΕΥ απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου) είχε ήδη ενσωματώσει ο Έλληνας νομοθέτης στον προϊσχύοντα ΠΚ και ακολούθησε και στο νέο. Την ακολούθησε τόσο αναφορικά με την λεπτομερειακή περιγραφή των αξιόποινων συμπεριφορών ( τις οποίες μπορείτε να δείτε στο παρακείμενο άρθρο) και τις ανώτατες ποινές, το ελάχιστο κατά την οδηγία όριο των οποίων τηρείται, όσο και σε ένα άλλο επίκαιρο θέμα που αξίζει να σχολιάσουμε, αυτό της παραγραφής.
Η παραπάνω οδηγία ορίζει, στο αρθ.15 παρ.2, ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι τα αδικήματα σεξουαλικής κακοποίησης, εκμετάλλευσης, πορνογραφίας και άγρας ανηλίκων διώκονται για ικανό χρονικό διάστημα μετά την ενηλικίωση του θύματος και ότι η δίωξη αυτή είναι ανάλογη με τη σοβαρότητα του διαπραχθέντος αδικήματος. Ο Έλληνας νομοθέτης ήδη από το 2007, σε ακολουθία και επαυξάνοντας την προστασία των προγενέστερων της οδηγίας διεθνών δεσμεύσεων και κειμένων, συμπλήρωσε το αρθ.113 του ΠΚ, περί αναστολής της παραγραφής των εγκλημάτων, και ανέστειλε την παραγραφή των σεξουαλικών και άλλων εγκλημάτων κατά ανηλίκων, απαριθμώντας τα κατ’ άρθρο, μέχρι την ενηλικίωση τους και για ένα έτος μετά αν πρόκειται για πλημμέλημα και τρία έτη μετά αν πρόκειται για κακούργημα. Ο νέος ΠΚ,στο ταυτάριθμο άρθρο του, περιορίσε ποσοτικά (καταργησε τα επιπλέον τρία χρόνια από την ενηλικίωση) και ποιοτικά (την εφαρμόζει μόνο σε κακουργήματα) την εκτεταμένη παραγραφή αλλά ,με αφορμή την πρόσφατη επικαιρότητα σεξουαλικών εγκλημάτων κατά ανηλίκων επανήλθε περίπου στη μορφή του προίσχυσαντος ΠΚ. ΄Έτσι , η 4η παρ. του αρθ.323 ορίζει πλέον :4. Η προθεσμία της παραγραφής των κακουργημάτων που στρέφονται κατά ανηλίκου αρχίζει από την ενηλικίωση του θύματος. Η προθεσμία της παραγραφής των εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 323Α, 324 και στο 19ο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους του παρόντος Κώδικα, όταν αυτά στρέφονται κατά ανηλίκου, αρχίζει ένα (1) έτος μετά από την ενηλικίωση του θύματος, εφόσον πρόκειται για πλημμέλημα, και τρία (3) έτη μετά την ενηλικίωση, εφόσον πρόκειται για κακούργημα.»
Με τα παραπάνω δεδομένα και με το γενικό όριο των 15 ετών για την παραγραφή των κακουργημάτων (στα 20 παραγράφονται μόνο τα κακουργήματα για τα οποία προβλέπεται ισόβια κάθειρξη) είναι αδύνατο ερμηνευτικά να φθάσουμε σήμερα το 2021 σε δίωξη σεξουαλικού κακουργήματος κατά ανηλίκου που συνέβη πριν από το 2007, καθώς το αρθ.2 παρ.1 του ΠΚ ορίζει: Αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου. Ομοίως, για πράξη μετά το 2007,η ισχύουσα παραγραφή θα είναι η ευμενέστερη του νέου ΠΚ. Αν η πράξη χαρακτηριζόταν ως πλημμέλημα, τότε που διαπράχθηκε, είναι αδιάφορη η μεταγενέστερη αναβάθμιση της σε κακούργημα, όπως θα συμβεί σε πολλές πράξεις λόγω της νέας διευρυμένης έννοιας του βιασμού που παραπάνω εκθέσαμε, και θα παραγράφεται κατά τα γενικώς ισχύοντα για τα πλημμελήματα πέντε έτη μετά την τέλεσης της , ανεξάρτητα από την ενηλικίωση του θύματος.
Το θέμα, με αφορμή την καταγγελία Μπεκατώρου, στα πλαίσια του διεθνούς κινήματος “me too, ” και όσες θα ακολουθήσουν, άνοιξε την πολιτική αντιπαράθεση για λανθασμένους χειρισμούς της προηγούμενης κυβέρνησης σχετικά με την κατάργηση της εκτεταμένης παραγραφής στα πλημμελήματα με τον νέο ΠΚ, η οποία κατάργηση, παρά την παραπάνω νομοθετική επαναφορά, θα εξακολουθεί να ισχύει ως ευμενέστερη διάταξη σε όσες υποθέσεις εμφανισθούν για αρκετό χρόνο . Ωστόσο, ο ΠΚ της χώρας πρέπει να πάψει τόσο εύκολα να αλλάζει, ιδίως σε έναν θεσμό όπως αυτόν της ποινικής παραγραφής, που εξυπηρετεί πάγιες ανάγκες αντεγκληματικής και σωφρονιστικής πολιτικής αλλά και ασφάλειας δικαίου.
Είπαμε στην εισαγωγή του παρόντος ότι ως σεξουαλικό ή ερωτικό ή γενετήσιο έγκλημα μπορούμε να αποκαλέσουμε αυτό που σχετίζεται με τη γενετήσια ορμή. Να συμπληρώσουμε εδώ ότι αυτή δεν είναι άγνωστη στη νομολογία μας. Ο ΑΠ επί σειρά ετών για τον ορισμό της παλιάς ασελγούς πράξης δεχόταν: πράξις αναγόμενη εις την γενετήσιαν σφαίραν, αντικειμενικώς μεν…., υποκειμενικώς δε κατευθυνόμενη εις την διέγερσιν ή την ικανοποίησιν της γενετησίου ορμής.
Η λέξη ορμή στην ψυχιατρική και ψυχολογία χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πρωταρχική ψυχική δύναμη που ωθεί έναν ζωντανό οργανισμό προς ενέργειες που αποσκοπούν στην επιβίωση και στην αναπαραγωγή του είδους (ένστικτο). Την έννοια της γενετήσιας ορμής (libido) και την ισότιμη αντιμετώπιση με τις υπόλοιπες ορμές, στη σύγχρονη δυτική σκέψη, εισήγαγε ο Αυστριακός νευρολόγος Σίγκμουντ Φρόυντ (Sigmund Freud,1856-1935) ως ένα εργαλείο διερεύνησης του ανθρώπινου ψυχισμού και θεραπείας μέσω της ψυχανάλυσης.
Την αντιπαρέβαλε με την ορμή ή ορμές του εγώ με το στοιχειώδες περιεχόμενο των τελευταίων να ταυτίζεται με τα βασικά ένστικτα της αυτοσυντήρησης πχ η πείνα ή η δίψα. Eπισήμανε την ανάγκη για την θεωρητική του έρευνα τουλάχιστον, αυτή της ανθρώπινης ψυχής, τα δύο αυτά είδη ορμών (του εγώ και οι σεξουαλικές) να είναι διακριτά31Βλ. Σίγκμουντ Φρόυντ, «Εισαγωγή στον Ναρκισσισμό και η θεωρία της λίμπιντο», στην ελληνική μετάφραση των εκδόσεων Δαμιανός, σελ 15. σε αντίθεση με τον νεότερο του και συνεργάτη του για λίγο Ελβετό ψυχίατρο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ (Carl Gustav Jung, 1875-1961), ο οποίος ανέπτυξε και χρησιμοποίησε την έννοια της libido ως την ψυχική ενέργεια που εκδηλώνεται με όλα τα ανθρώπινα ένστικτα, ανεξάρτητα αν είναι σεξουαλικού ή άλλου χαρακτήρα.
Δέχθηκε, βέβαια και ο Φρόυντ ότι η libidο, οι σεξουαλικές ορμές κατά τη βιολογική σύλληψη και εν συνεχεία γέννηση του ανθρωπίνου όντος δεν είναι διακριτές από τις ορμές αυτοδιατήρησης αλλά στηρίζονται σ’ αυτές και σιγά-σιγά αποσυνδέονται, ακολουθώντας όμως κατά τη διαδικασία μετουσίωσης και εύρεσης του αντικειμένου τους αρχικά τους δρόμους που τους υποδεικνύουν οι ορμές του εγώ32Βλ. Σίγκμουντ Φρόυντ, «Ναρκισσισμός, Μαζοχισμός, Φετιχισμός», στην ελληνική μετάφραση των εκδόσεων Επίκουρος, σελ.77. Ο θηλασμός στο νεογνό και τo από αυτόν προερχόμενο πιπίλισμα είναι η πρώτη χρονικά απόδειξη της διαδικασίας αυτής, όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται η ικανοποίηση της ερωγόνου ζώνης συνδέεται καταρχάς με την ικανοποίηση της ανάγκης για τροφή .33Βλ. . Σίγκμουντ Φρόυντ, « Τρεις πραγματείες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας¨, στην ελ. μετάφραση των εκδόσεων PRINTA 2008, σελ.115 επ. ιδίως 117 Μάλιστα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια σύγκρουση μεταξύ της libido και των όρμων του εγώ βρίσκεται στην ρίζα μιας ομάδας νευρώσεων που αποκάλεσε «μεταβιβαστικές» (υστερία και ψυχαναγκαστική νεύρωση).
Αλλά, πέρα από την χρησιμότητα της για την ψυχανάλυση , (στόχος της οποίας είναι η διερεύνηση του «ασυνειδήτου» του ασθενούς και η ανάδειξη του στον συνειδητό) την ανάγκη διάκρισης της libidο, παρατήρησε ο Φρόυντ ότι την επιβάλει η ίδια η επιστήμη της βιολογίας, αφού « ο σεξουαλισμός είναι η μόνη λειτουργία του ζωντανού οργανισμού που ξεπερνά το άτομο και σταθεροποιεί τον σύνδεσμο του με το είδος». Πράγματι, «το άτομο που θεωρείται μόνο του ως ουσιώδες και δεν βλέπει στον σεξουαλισμό του παρά ένα μέσο ικανοποίησης ανάμεσα σε τόσα άλλα δεν αποτελεί, από βιολογική άποψη, παρά ένα επεισόδιο σε μια σειρά γεννήσεων, ένα σαθρό παρασάρκωμα ενός αθάνατου πρωτοπλάσματος…»34Ο.π. εκδ Δαμιανός, σελ.16 και εκδ. Επίκουρος σελ.77.
Στο παραπάνω πλαίσιο η φροϋδική σκέψη διαμόρφωσε την θεωρία της αποπλάνησης κατά την οποία πίσω από κάθε υστερικό ή ψυχαναγκαστικό σύμπτωμα βρίσκονται πράξεις σεξουαλικής κακοποίησης των ασθενών που έλαβαν χώρα κατά την πρώιμη παιδική ηλικία από από τους ίδιους τους γονείς ή έχοντες γονικά καθήκοντα, ακόμα και μη συνειδητά από τους τελευταίους , αλλά και συνειδητά. Το ίδιο το θύμα-μωρό φυσικά δεν έχει αντίληψη της σεξουαλικότητας της πράξης την στιγμή που γίνεται, ούτε ανάμνηση του απωθημένου στο ασυνείδητο γεγονότος.35Βλ. « Όψεις της σαγήνης/ αποπλάνησης» του Χρήστου Ζερβή στο site της Ελληνικής ψυχαναλυτικής Εταιρείας www.psychoanalysis.gr. Η θεωρία, που κατεξοχήν εφάρμοσε την ψυχαναλυτική τεχνική και την συμβολική ερμηνεία των συμπτωμάτων ώστε να ανασύρει από το ασυνείδητο την ανάμνηση της παιδικής σεξουαλικής καταπίεσης, έμελε να υποτιμηθεί ακόμα και από τον ίδιο τον Φρόυντ στο σημείο αν αυτή η σεξουαλική κακοποίηση υπήρξε πράγματι ή ήταν φαντασία του ασθενούς.
Αποτέλεσε όμως την απαρχή για να διαπιστωθεί, στη συνέχεια και περιγραφεί η αυτόνομη παιδική σεξουαλικότητα, στην οποία στηρίχθηκε η πασίγνωστη θεωρία του οιδιπόδειου συμπλέγματος . Πράγματι, στο βιβλίο του « τρείς πραγματείες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας» περιγράφεται η ψυχική διαδικασία ωρίμανσης της γενετήσιας ορμής, από τη γέννηση έως την σεξουαλική ενηλικίωση, αλλά και επιχειρείται μία αιτιολόγηση των σεξουαλικών παρεκκλίσεων (διαστροφών στο πρώιμο έργο του Φρόυντ με έμφαση στην έλξη για τα ίδιο φύλο, η οποία ωστόσο παρατηρείται ότι με κανένα άλλο πρόβλημα ψυχικής υγείας και συμπεριφοράς καταρχήν δεν συνοδεύεται) σε σχέση με το αρχέτυπο πρότυπο του Αδάμ και της Εύας. Η αιτιολόγηση αυτή δεν ενοχοποιεί για τη συμπεριφορά τους σε σχέση με τη μη επίτευξη του αρχέτυπου προτύπου μόνο όσους έχουν ηθελημένα παρέμβει με ένταση στο παιδί (δεν είναι πάντως ο στόχος του βιβλίου αυτός) αλλά ακόμα και την ακούσια, την υποκινούμενη από την γονική- συνήθως μητρική κατά τον Φρόυντ- φροντίδα. Στο ίδιο βιβλίο γίνονται αναφορές σε ειδικές χημικές ουσίες για την συντέλεση των σεξουαλικών διαδικασιών τις οποίες ο Φρόυντ υποθέτει ότι υπάρχουν. 36Βλ. Τρεις πραγματείες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας, ο.π. σελ.163-165 Πρόκειται, προφανώς, για τις μεταγενέστερα ανακαλυφθείσες και πασίγνωστες πλέον σήμερα για την σημασία που έχουν στη libido, τις κυρίως σεξουαλικές ή μη ορμόνες.
Η παγωμάρα με την οποία αντιμετώπισε το κοινό στις αρχές του 20 αιώνα37Το 1905 δημοσιεύθηκε το βιβλίο του Φρόυντ «τρεις πραγματείες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας¨». ,όταν το βιβλίο δημοσιεύθηκε, την ιδέα ότι οι σεξουαλικές ορμές μας συνοδεύουν από τη γέννηση μας και έκτοτε σεξουαλικά ερεθίσματα μπορούν να οδηγήσουν σε δυσλειτουργίες της ενήλικης ψυχικής υγείας έχει, στην εποχή μας, αντικατασταθεί με πεποίθηση. Η πεποίθηση αυτή δεν οφείλεται φυσικά μόνο στο Φρόυντ αλλά και σε όσους τον αμφισβήτησαν38Στην ελληνική νομική σκέψη βλ. την αμφισβήτηση αυτή σε Κ.Γ. Γαρδίκα ΠοινΧρ ΙΕ΄, 1965, « Τα παρορμητικά εγκλήματα», σελ.70,71 ο οποίος παραθέτοντας μεταγενέστερους του Φρόυντ κατέληξε ότι η ψυχαναλυτική σχολή του τελευταίου δεν συμβάλει ούτε στη θεραπεία, ούτε στον καθορισμό της ποινικής ευθύνης. , τον συμπλήρωσαν ή ακόμα και τον αντικατέστησαν στην ψυχαναλυτική τεχνική. Φαίνεται λοιπόν πως τα όσα γράφθηκαν στην ποινική θεωρία για την ύπαρξη ενός άλλου έννομου αγαθού ,πλάι σ’ αυτό της γενετήσιας ελευθερίας, που αφορά τους ανήλικους, όπως αυτά της αγνότητας της παιδικής ηλικίας, της ομαλής ανάπτυξης, της ανηλικότητας ώστε να τιμωρούμε το δράστη διπλά, δεν είναι απαραίτητα. Και όχι μόνο γιατί πλέον ,όπως προαναφέρθηκε, σε όλα σχεδόν τα σεξουαλικά εγκλήματα υπάρχει μία επιβαρυντική περίπτωση αν το θύμα είναι ανήλικος αλλά κυρίως γιατί πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ακόμα και στην περίπτωση των ανηλίκων το έννομο αγαθό που προσβάλλεται είναι ακριβώς η γενετήσια τους ελευθερία.
Σε έναν νομικό πολιτισμό που αξιώνει τελικά το άλλως δύνασθαι πράττειν , για να καταδικάσει ώστε να σωφρονίσει και όχι απλά τιμωρήσει τον δράστη, χωρίς να φοβάται την χαλάρωση του ποινικού μας δικαίου, επειδή ακριβώς με τη βοήθεια της κοινής λογικής και της επιστήμης, μπορεί να εντοπίσει πότε αυτό συντρέχει, σ’ αυτό το νομικό πολιτισμό ανήκουν διατάξεις όπως αυτή του αρθ. 352Α ΠΚ. Ευχή είναι τα όσα σημαντικά προβλέπει περί υποχρεωτικής πρότασης προς διαγνωστική εξέταση του φερόμενου δράστη σεξουαλικού εγκλήματος κατά ανηλίκου αλλά και περί ειδικής εξέτασης του ανηλίκου προς ανάγκη θεραπείας να μπορούν να υποστηριχθούν από τις ανάλογες δομές της Πολιτείας. Μην ξεχνάμε ότι σκοπός είναι ο κύκλος θύτη- θύματος στα γενετήσια εγκλήματα να κλείσει.